Αναφέρομαι κυρίως στη δεκαετία του '50-60'. Οι οικογενειακές και οι φιλικές παρέες ήταν το χαρακτηριστικό της εποχής. Σε κάθε ευκαιρία λοιπόν, είτε σε θρησκευτικές γιορτές, είτε σε λαογραφικές εκδηλώσεις, είτε σε δραστηριότητες συλλόγων και οργανώσεων, οι άνθρωποι συμμετείχαν μαζικά και διασκέδαζαν με τον τρόπο τους.
Μια τέτοια γιορτή ήταν και αυτή της "Κοιμήσεως της Θεοτόκου" στο χωριό Ιάσιο. Από τότε οι κάτοικοί του εξυπηρετούνταν σε εμπορικό, κοινωνικό και μορφωτικό επίπεδο με τις Σάπες.
Το πανηγύρι του δεκαπενταύγουστου στο Ιάσιο ήταν την περίοδο της παιδικής μου ηλικίας, ένα από τα μεγαλύτερα της περιοχής. Χιλιάδες άνθρωποι, πιστοί χριστιανοί, επισκέπτες, νέοι και νέες, μικρέμποροι ερχόταν στο Ιάσιο για διάφορους λόγους. Οι μεγαλύτεροι σε ηλικία ερχόταν με τις οικογένειές τους με τα αμάξια που τα έσερναν αλογά ή βόδια, από την παραμονή της Παναγίας για να διανυκτερεύσουν και να ξενυχτήσουν στην αυλή της εκκλησίας ή στους γύρω δρόμους. Οι νεότεροι ερχόταν με οποιοδήποτε μεταφορικό μέσο, ταξί, φορτηγά, αμάξια, αλλά και με τα πόδια! Θυμάμαι πως κάποτε κι εγώ με την παρέα μου πήγαμε στο πανηγύρι του χωριού ακολουθώντας το χωματόδρομο μέσα από χωράφια. Ξεκινήσαμε από το δρόμο όπου σήμερα είναι τα σφαγεία. Περάσαμε από το Λύκειο, τον Έβρενο για να καταλήξουμε στο Ιάσιο μέσα από ένα ξερό χείμαρρο. Εκεί θυμάμαι σε ένα μέρος γεμάτο πλατάνια υπήρχε ένα εκκλησάκι και γύρω χιλιάδες άνθρωποι. Για να πάμε στο χωριό περνούσαμε τις κοτρώνες του στεγνού χειμάρρου.
Εκατοντάδες λιανοπωλητές διαλαλούσαν την πραμάτια τους. Στόχο είχαν κυρίως εμάς τα παιδιά, αφού οι πάγκοι τους ήταν γεμάτοι από παιχνίδια. Παιχνίδια όχι σαν τα σημερινά. Θυμάμαι τα γιο-γιο και τις σβούρες. Το γιο-γιο ήταν ένα χειροποίητο μπαλάκι, που μέσα είχε πριονίδι. Ήταν κρεμασμένο από ένα λάστιχο και το παίξιμο του ήταν να το ανεβοκατεβάζουμε σύμφωνα με την ελαστικότητα που είχε το λαστιχάκι. Οι σβούρες ήταν παιχνίδι για λίγο μεγαλύτερα παιδιά. Μια ξύλινη κυλινδρική κατασκευή που ήταν πιο χοντρή στο επάνω μέρος και μυτερή στο κάτω, όπου πάντα είχε ένα καρφί με χοντρό κεφάλι. Τυλίγαμε στη σβούρα με ένα κορδόνι και την πετούσαμε στο έδαφος. Όσο πιο ικανός ήσουνα τόσο περισσότερο γύριζες τη σβούρα σου! Αλλά θυμάμαι πως είχαμε και διάφορα μοντέλα από σβούρες. Υπήρχαν οι μικρές και οι μεγαλύτερες. Τις βάφαμε με διάφορα χρώματα και γράφαμε επάνω τα ονόματά τους για να μην τις μπερδέψουμε.
Οι καραμούζες, οι καραμέλες, το μαλί της γριάς και τα παγωτά, ήταν μερικά από τα γαπημένα μας. Ένας παγωτατζής, με ένα χειροποίητο ψυγείο που το άλλο του μισό ήταν ποδήλατο, πωλούσε τα παγωτά "Αριστον". Πολυτέλεια ήταν να αγοράσει κάποιος ολόκληρο παγωτό! Το πιο συνηθισμένο ήταν μισό, κομμένο με κοφτερό μαχαίρι. Μιώθαμε τυχεροί, όταν μας τύχαινε το κομμάτι με το ξύλο, γιατί το άλλο μισό δεν είχε. Κι έπρεπε να το φας γρήγορα, διαφορετικά έλιωνε και έτρεχε ανάμεσα στα δάχτυλα! Και για να μην αφήσω απορίες... ο παγωτατζής συντηρούσε τα παγωτά του με κολώνες πάγου!
ΤΟ ΠΑΝΗΓΥΡΙ ΤΟΥ ΧΩΡΙΟΥ ΜΟΥ
(Γράφει η φίλη Εύδοκία (Εύη) Παντίδου), η οποία γεννήθηκε και μεγάλωσε στο Ιάσιο).
Ενα λεύκωμα γεμάτο πολύτιμες αναμνήσεις, με τρυφερές αλησμόνητες στιγμές που δεν σβήνουν ποτέ από τη μνήμη.
Τα πανηγύρια...άχ...αυτά τα πανηγύρια. Ήταν μια όαση, μια στιγμή ξεγνοιασιάς και μια ευκαιρία για διασκέδαση στη σκληρή και κοπιαστική ζωή που ζούσαν οι άνθρωποι .
Πανηγύρια γίνονταν σε όλα τα χωριά και ήταν αφιερωμένα στη μνήμη και γιορτή κάποιου Αγίου και στην τοπική εκκλησία που έφερε και το όνομά του.
Στο δικό μου το χωριό (ΙΑΣΙΟ) το ετήσιο πανηγύρι γινόταν το Δεκαπενταύγουστο και κρατούσε μια ημέρα, αλλά άρχιζε από το βράδυ της παραμονής. Ήταν τόπος συνάντησης, συνεύρεσης και ανταμώματος όλων των κατοίκων των γειτονικών χωριών και ο μοναδικός και ο αποκλειστικός τρόπος διασκέδασής τους, μαζί φυσικά με τους γάμους και τα βαφτίσια.
Θυμάμαι τις προετοιμασίες που άρχιζαν μιά βδομάδα πριν.... κούνιες για μεγάλους και μικρούς.... αλογάκια... αυτοκινητάκια... διαφόρων ειδών παιχνίδια... κάθε είδους πρόχειρα στημένοι πάγκοι με κάθε είδους καλούδια από γλυκά μέχρι μπιχλιμπίδια...φρου-φρου και αρώματα και απαραίτητα ο "ΓΥΡΟΣ ΤΟΥ ΘΑΝΑΤΟΥ", κάτι που με γέμιζε με φόβο και δέος σαν παιδάκι.
Και ένας πλάτανος, πελώριος, αιωνόβιος, κάτω από τον οποίο στήνονταν τα τραπέζια με τα εδέσματα της εποχής (πιθανόν και τα κεφτεδάκια του ΜΕΜΕΤ ΚΙΑΣΗΦ) και έπαιρναν τη θέση τους οι όργανοπαίχτες με τα όργανά τους και τις αυτοσχέδιες ηχητικές εγκαταστάσεις τους, τους προβολείς καθώς και οι λαϊκές τραγουδίστριες, στην αρχή με τους παραδοσιακούς θρακιώτικους χορούς, με αποκορύφωμα το τραγούδι του "Στέργιου" που δεν ήθελε να παντρευτεί και αργότερα με τα τσιφτετέλια και τα "σεκλετιάρικα" της εποχής....Αλλά στο πανηγύρι γινόταν και το κλασικό νυφοπάζαρο και οι γνωριμίες μεταξύ των νέων και τα .... προξενειά. Η επικοινωνία μεταξύ τους τα παλιότερα χρόνια, λόγω κυρίως των αυστηρών αρχών ήταν πολύ δύσκολη. Οχι μόνο το πλησίασμα, όχι μόνο η συζήτηση και η συνομιλία αλλά θαρρώ και το απλό κοίταγμα ανάμεσα στο αγόρι και στο κορίτσι θεωρούνταν τότε κατακριτέο και επιλήψιμο. Στον κοινό, κυκλικό όμως χορό τα αυστηρά αυτά ήθη χαλάρωναν, το αγόρι και το κορίτσι επιτέλους μπορούσε να κοιτάζει το ένα το άλλο στα μάτια, να πιαστούν χέρι-χέρι και γιατί όχι να συνομιλήσουν και να κουβεντιάσουν έστω και για λίγο και.....
Τα χρόνια όμως πέρασαν ...αλλάξαν οι καιροί, σταμάτησαν αυτού του είδους τα πανηγύρια και το δικό μας φυσικά, νομίζω από το 1970.....
Τώρα, ο χορός που διοργανώνεται από το σύλλογο του χωριού μου είναι στην ουσία μια προσπάθεια αναβίωσης του πανηγυριού εκείνου.....
Το πανηγύρι στα πλατάνια
(Το κείμενο αλίευσα από τη σελίδα (ΙΑΣΙΟ)
Δεκαπενταύγουστος! Η κοίμηση της Θεοτόκου είναι η μέρα που γιορτάζει η εκκλησία του χωριού, το πανηγύρι του Ιασίου.
Αν και σήμερα εξακολουθεί να αποτελεί μια ξεχωριστή μέρα για το χωριό, δεν συγκρίνεται με το πανηγύρι που γινόταν παλιά.
Ο τόπος που συγκέντρωνε το ενδιαφέρον των χωριανών, καθώς και πολλών επισκεπτών από τη γύρω περιοχή ήταν το ποτάμι. Εκεί, κοντά στο ξωκκλήσι του Προφήτη Ηλία, κάθε χρόνο γύρω στο Δεκαπενταύγουστο ερχόταν ένα περιοδεύον Λούνα Παρκ.
Απ' όλα είχε αυτό το Λούνα Παρκ: κούνιες-βαρκούλες για τους μικρούς και άλλες για τους μεγαλύτερους, κρίκους και σκοποβολή,παλαιστές,τσιγγάνες που χόρευαν, ακόμη και το "γύρο του θανάτου" κάποια φορά (καταπώς λένε - εγώ δεν το πρόλαβα).Το λιγοστό χαρτζιλίκι των μικρών κατέληγε σε γλειφιντζούρια -κοκοράκια, τύχες ή παγωτά.Οι μαγαζάτορες του χωριού μετέφεραν τα μαγαζιά τους στο χώρο εκείνο (στα πλατάνια)για όσο διαρκούσαν οι εορτασμοί.
Όταν οι εορτασμοί τελείωναν και άδειαζε ο χώρος,ερχόταν άλλη μια ενδιαφέρουσα στιγμή για τους μικρούς:πήγαιναν και έψαχναν μετά μανίας να βρουν κέρματα που ...είχαν χάσει το δρόμο τους!Πάντα κάποιο χαρτζηλίκι συγκέντρωναν, ειδικά από το σημείο όπου χόρευε ο κόσμος.
Το πανηγύρι συνέχισε να γίνεται εκεί ως το 1973 περίπου.
ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ ΑΠΟ ΤΟ ΠΑΝΗΓΥΡΙ ΤΟΥ ΙΑΣΙΟΥ
15 Αυγούστου 1934. Πριν προχωρήσω σημειώνω τα εξής. Τη φωτογραφία έστειλε στον Ιωσήφ Νικολαΐδη (έφεδρο αξ/κό και εθελοντή δάσκαλο στο δημοτικό σχολείο Σαπών) ένας από τους φίλους του στις Σάπες. Ήταν ο Αγγελίδης Κων/νος, πατέρας του Σταύρου ή παππούς του Κώστα και Γιάννη Αγγελίδη. Είναι τραβηγμένη στο πανηγύρι του 15 Αύγουστου 1934 στο Ιάσιο. Μια μεγάλη παρέα Σαπαίων και άλλων προσώπων κάτω από τα πλατάνια του χωριού διασκεδάζουν με τους ήχους της μουσικής από ένα οργανοπαίχτη! Στο πίσω μέρος γράφει ο Κ. Αγγελίδης: "Στον αγαπημένο μου φίλο Ιωσήφ Νικολαΐδη για ανάμνηση. Μετά την επιστροφή από χωριό Ιάσιον [στον?] αποκομίσαντες μαζύ και τα Μαρκό που κερδίσαμεν και φωτογραφηθέντες με τους φίλους εν Σάππαις την ημέραν της Παναγίας τη 15/8/34 έμπροσθεν του καφενείου Παλλάδιον. Κ.Αγγελίδης. Σάππαι τη 12/9/34". Μερικά από τα ονόματα που υπάρχουν στη φωτογραφία τα σημειώνω από αυτή που υπάρχει στη σελίδα του Σταύρου Αγγελίδη. [εδώ]. Θεοδόσης Μπακιρτζής, (;), Κων. Αγγελίδης, Μαΐς (εβραϊκής καταγωγής), Ευστ.Μπακιρτζής, Χρ.Καπζάλας, Ασσαντούρ (Αρμένιος), και Στεφ. Σκοπιανός.
15 Αυγούστου 1946. Μια μοναδική φωτογραφία που βρήκα στο αρχείο του Θόδωρου Βαλασιάδη. Mια παρέα φίλων του που επισκέφτηκαν το Ιάσιο για το πανηγύρι του χωριού το δεκαπενταύγουστο. Το μόνο πρόσωπο που αναγνωρίζω είναι ο Κωνσταντινίδης Γιώργος, (ο δεύτερος από αριστερά, όρθιος) που έγινε κουρέας. Ο μεσαίος από τους καθιστούς είναι ο Νίκος Ψαθάς. Είναι από τις πιο παλιές, μετά τον πόλεμο φωτογραφίες που βρήκα.
15 Αυγούστου 1955: Στο πανηγύρι της Παναγίας στο Ιάσιο. Οι παλιοί θυμούνται ότι δεν ήταν δυνατό να γίνει πανήγυρι χωρίς λούνα παρκ! Με τη διαφορά ότι δεν έμοιαζαν με τα σημερινά εντυπωσιακά λούνα παρκ με τα πολύχρωμα φώτα, τα τραινάκια κλπ. Εγώ τα θυμάμαι πολύ καλά, γιατί δεν υπήρχε περίπτωση να μην τα επισκεφτούμε με την παρέα μου. Το πιο εντυπωσιακό θέαμα ήταν ο "γύρος του θανάτου". Μια τεράστια ξύλινη βαρέλα με διάμετρο πάνω από 15 μέτρα. Οι θεατές ήταν πάνω στο χείλος του βαρελιού και έβλεπαν προς τα μέσα, όπου 2-3 ριψοκίνδυνοι μοτοσυκλετιστές ξεκινούσαν με τις θορυβώδεις μοτοσυκλέτες τους να κάνουν κύκλους στα εσωτερικά τοιχώματα του βαρελιού. Η φυγόκεντρος δύναμη που δημιουργούνταν δεν τους άφηνε να πέσουν κάτω. Οπωσδήποτε όμως ήταν μια θεαματική προσπάθεια. Για τα μικρά παιδιά υπήρχαν τα αλογάκια. Κρεμασμένα ομοιώματα αλόγων με αλυσίδες γύριζαν γύρω-γύρω. Την κίνηση έδινε ένας εργάτης του λούνα παρκ με μια μανιβέλα. Για τους μεγαλύτερους το αγαπημένο ήταν οι κούνιες ή καλύτερα οι βάρκες που ήταν κούνιες. Ανέβαιναν δυο άτομα στα δύο άκρα της βάρκας και έπιαναν από ένα σκοινί που ερχόταν από ψηλά, και από την αντίθετη μεριά. Για το ξεκίνημα της κίνησης την αρχή έκανε κάποιος υπάλληλος. Στη συνέχεια οι δυο επιβάτες τραβούσαν το σκοινί, όταν η βάρκα βρισκόταν υψωμένη προς τη δική τους πλευρά. Κάποιοι πιο τολμηροί σηκωνόταν από τη θέση τους και δυνάμωναν την κίνηση με τη φορά του σώματός τους! Συνήθως ο υπεύθυνος υπάλληλος έκανε παρατηρήσεις και αν δεν τον άκουγαν τους φρέναρε τη βάρκα με ένα μοχλό που είχε μπροστά του. Μ' αυτόν σταματούσε τις βάρκες, όταν τελείωνε ο χρόνος που είχαν στη διάθεσή τους. Η φωτογραφία που βρήκα στο αρχείο του Αλέκου Χαρισιάδη ήταν σε άσχημη κατάσταση και δεν μπόρεσα να την παρουσιάσω σε πιο καλή ποιότητα. Οι επιβάτες της βάρκας ήταν ο μπαρμπαδημητρός, ο Γιουφτσιάδης και ο Γιώργος Μουχταράκος, ράφτης στο επάγγελμα.
1959, στο πανηγύρι του Ιασίου, μια φωτογραφία πολύ χαρακτηριστική, που δείχνει την ατμόσφαιρα μιας άλλης εποχής. Είναι η 15η Αυγούστου 19659, κάτω από τον αιωνόβιο πλάτανο, όπου φαίνεται το πλήθος του κόσμου να απολαμβάνει ένα δροσερό αναψυκτικό στο πρόχειρα στημένο καφενείο οργανωμένο για τις ανάγκες της ημέρας εκείνης. Σε πρώτο πλάνο ο Μουσταφά Κιασήφ με το γιο του Μεμέτ, έχουν στήσει όλον τον απαραίτητο εξοπλισμό για το ψήσιμο στα κάρβουνα των κεφτέδων. Δίπλα ξεχωρίζει ένας από τους κατοίκους του χωριού, ο Δημήτρης Γαραγάνης.
1969: Στο πανηγύρι του Ιασίου. Θυμάμαι καλά αυτό το περιβάλλον που φαίνεται πίσω από τα πρόσωπα της φωτογραφίας. Το περιέγραψα στον πρόλογο της σελίδας. Φαίνονται οι πέτρες του ξερού χειμάρου και πίσω τα πλατάνια. Στη φωτογραφία είναι ο Γιώργος Κελεσίδης, από το Κίζαρι, ο Κώστας Δημόπουλος. Τα μικρά παιδιά από αριστερά είναι ο Αδάμ Καραγκιοζίδης, η αδελφή του Νόπη και ο Πέτρος Κελεσίδης. Όλα τα παιδιά κρατούν στα χέρια τους τα παιχνίδια που τους αγόρασαν οι δικοί τους. Αυτός ίσως ήταν ο πιο σοβαρός λόγος που τα παιδιά, τότε αγαπούσαμε τα πανηγύρια. (Αρχείο φωτο: Παρθένα Καραγκιοζίδου).
15/8/1969: Στο πανηγύρι του Ιασίου. Τα πανηγύρια της εποχής εκείνης ήταν η χαρά των παιδιών. Ήξεραν ότι τη μέρα αυτή όλο και κάποιο παιχνίδι θα τους αγόραζαν οι γονείς τους. Γι αυτό φρόντιζαν και οι μικροπωλητές, που από την προηγούμενη μέρα φρόντιζαν να στήσουν τους πάγκους τους με την κάθε λογής πραμάτεια. Ένας από αυτούς ήταν και ο πασίγνωστος στον τόπο μας "μπαρμπα-Δημητρός", πιο γνωστός ως "νταής", θείος στα ελληνικά. (όχι ο νταής με την έννοια του σαματατζή). Φόρτωνε στο κάρο με το γαϊδουράκι, μέσα σε κοφίνια και κούτες, όλον το εξοπλισμό και πήγαινε στα παμηγύρια. Στην παραπάνω φωτογραφία ο μπαρμπα-Δημητρός, στο τέλος του πανηγυριού έχει φορτώσει τους πάγκους και τα κοφίνια του, τα οποία δένει με σκοινί για την ασφαλέστερη μεταφορά τους. Στο γαϊδαράκο πάνω ο μικρός Πάνος, κατά κάποιο τρόπο εγγονός του. (Αρχείο: Ανδρεα Καφετζή).
Ταξίδι στο Ιάσιο-Σαπών-Ροδόπης