Τα παρακάτω στοιχεία καταγράφηκαν από εμένα, από τους Ονομαστικούς Καταλόγους του ΕΜΠ, οι οποίοι συντάχτηκαν από το 1922 μέχρι το 1928. Τα αρχεία εντόπισα στο διαδίκτυο (ΚΛΙΚ), είναι σε μορφή pdf και έχουν μέγεθος αρκετά Mb. Περιλαμβάνουν τους αγρότες πρόσφυγες όλης της Ελλάδας.
Στον παρακάτω πίνακα θα βρούμε τους αριθμούς ΔΗΛΩΣΗΣ απογραφής των προσφύγων, που αναλογούσε στον κάθε οικισμό της τότε Κοινότητας των Σαπών, αλλά πρόσθεσα και μερικά του σημερινού Δήμου (όχι όλα).
Αριθμοί Δήλωσης:
Οι αριθμοί Δήλωσης που δεν συνοδεύονται από κάποιο γράμμα, δηλώνουν αρχηγούς οικογενειών.
Μ: Πρόκειται για μέλη και όχι αρχηγούς οικογενειών.
Α: Πρόσφυγες που δε βρέθηκαν στο συνοικισμό κατά το διάστημα σύνταξης της δήλωσης.
Β: Πρόσφυγες που εγκατέλειψαν αυθαίρετα τον τόπο αρχικής εγκατάστασης.
Γ: Πρόσφυγας που εγκαταστάθηκε ως αγρότης, μετά την 1η Ιουλίου 1928.
ΑΕΤΟΚΟΡΥΦΗ - ΑΕΤΟΛΟΦΟΣ
ΑΜΦΙΑ - ΑΡΑΤΟΣ - ΑΡΙΣΒΗ
ΑΡΣΑΚΕΙΟ - ΑΣΚΗΤΕΣ
ΔΙΩΝΗ - ΣΤΡΥΜΗ
ΕΒΡΕΝΟΣ - ΙΑΣΙΟ
ΚΑΣΣΙΤΕΡΕΣ - ΚΙΖΑΡΙΟ
ΚΡΩΒΥΛΗ - ΛΟΦΑΡΙΟ
ΛΥΚΕΙΟ - ΝΕΑ ΣΑΝΤΑ
ΠΡΩΤΑΤΟ - ΧΑΜΗΛΟ
ΣΑΠΕΣ
Στις 28 Νοεμβρίου 2016, ολοκλήρωσα την καταγραφή των αγροτών προσφύγων από τους καταλόγους του ΕΠM. Όμως από τη σύγκριση των αριθμών του παρακάτω πίνακα, όπου στους 19 οικισμούς της περιοχής Σαπών αναφέρονται 2.260 πρόσφυγες, υπάρχει μεγάλη διαφορά στους αλφαβητικούς ονομαστικούς καταλόγους. Κατέγραψα 1.560 πρόσφυγες. Μάλλον οι κατάλογοι αυτοί δεν είναι πλήρεις. Τα κενά διαπιστώνονται και από τους αριθμούς δήλωσης, από τους οποίους λείπουν αρκετές δηλώσεις.
Θέλω ακόμη να σημειώσω ότι υπάρχουν αρκετά λάθη στην ορθογραφία των στοιχείων, τόσο στα ονομαστικά, όσο και στα τοπωνύμια των χωριών καταγωγής.
Στους καταλόγους των προσφύγων 1922-28, οι οικισμοί Αετοκορυφή και Αετόλοφος, αναφερόταν με τα ονόματα εκείνης της εποχής (Κους Τεπέ Α και Κους Τεπέ, αντίστοιχα).
ΜΗΤΡΟΠΟΛΕΙΣ ΜΙΚΡΑΣ ΑΣΙΑΣ
Ιερά Μητρόπολη Σμύρνης. Ο Σμύρνης υπέρτατος έξαρχος πάσης Ασίας. Έδρα: Σμύρνη (Smyrna). Πολιούχος Σμύρνης ο Άγιος Πολύκαρπος, επίσκοπος Σμύρνης. Μητροπολιτικός ναός: Αγίας Φωτεινής.
Ιερά Μητρόπολη Προύσης. Ο Προύσης, υπέρτιμος και έξαρχος Βιθυνίας. Έδρα Προύσα (Bursa) – πολιούχος Προύσας ο Άγιος Πατρίκιος επίσκοπος Προύσης – Μητροπολιτικός Ναός : Αγίου Ιωάννου του Θεολόγου.
Ιερά Μητρόπολη Ικονίου. Ο Ικονίου, υπέρτιμος και έξαρχος πάσης Λυκαονίας. Πολιούχοι Ικονίου: * η Αγία Θέκλα η πρωτομάρτυς και Ισαπόστολος η εξ Ικονίου. * ο άγιος Αμφιλόχιος επίσκοπος Ικονίου. Έδρα Νίγδη (Nigde
Ιερά Μητρόπολη Σάρδεων. Ο Σάρδεων, υπέρτιμος και έξαρχος πάσης Λυδίας. Έδρα Σάρδεις (Salihli).
Ιερά Μητρόπολη Ανέων. Ο Ανέων, υπέρτιμος και έξαρχος Ιωνίας. Έδρα Σώκια (Soke).
Ιερά Μητρόπολη Ηλιουπόλεως και Θείρων. Ο Ηλιουπόλεως και Θείρων, υπέρτιμος και έξαρχος Λυδίας και πάσης Καρίας. Έδρα Τράλλεις (Aydin).
Ιερά Μητρόπολη Φιλαδελφείας. Ο Φιλαδελφείας, υπέρτιμος και έξαρχος πάσης Λυδίας. Έδρα Φιλαδέλφεια (Alasehir).
Ιερά Μητρόπολη Περγάμου και Αδραμυττίου. Ο Περγάμου και Αδραμυττίου, υπέρτιμος και έξαρχος κόλπου Αδραμυττηνού. Έδρα Πέργαμος (Bergama).
Ιερά Μητρόπολη Καισαρείας. Ο Καισαρείας υπέρτιμος των υπερτίμων και έξαρχος πάσης Ανατολής. Έδρα Καισάρεια (Kayseri).
Ιερά Μητρόπολη Εφέσου. Ο Εφέσου, υπέρτιμος και έξαρχος πάσης Ασίας. Έδρα Μαγνησία (Manisa).
Ιερά Μητρόπολη Ροδοπόλεως. Ο Ροδοπόλεως, υπέρτιμος και έξαρχος
Λαζικής.
Έδρα Δικαιόσημο (Cevizlik).
Ιερά Μητρόπολη Κυζίκου.
Ο Κυζίκου υπέρτιμος και έξαρχος παντός Ελλησπόντου.
Έδρα Αρτάκη (Erdek).
Ιερά Μητρόπολη Νικομηδείας. Ο Νικομηδείας υπέρτιμος και έξαρχος πάσης
Βιθυνίας.
Έδρα Νικομήδεια (Izmit).
Ιερά Μητρόπολη Νικαίας.
Ο Νικαίας, υπέρτιμος και έξαρχος πάσης Βιθυνίας.
Έδρα Κίος (Gemlik).
Ιερά Μητρόπολη Πισιδίας. Ο Πισιδίας, υπέρτιμος και έξαρχος Σίδης, Μυρέων και Ατταλείας. Έδρα Σπάρτη (Isparta).
Ιερά Μητρόπολη Αγκύρας.
Ο Αγκύρας, υπέρτιμος και έξαρχος πάσης Γαλατίας.
Έδρα Άγκυρα (Ankara).
Ιερά Μητρόπολη Προικοννήσου. Ο Προικοννήσου, υπέρτιμος και έξαρχος πάσης Προποντίδος. Έδρα Μαρμαράς (Marmara).
Ιερά Μητρόπολη Κρήνης.
Ο Κρήνης, υπέρτιμος και έξαρχος Ιωνίας.
Έδρα Κρήνη (Cesme) – Πολιούχος Κρήνης ο Άγιος Χαράλαμπος
Ιερά Μητρόπολη Κυδωνιών. Ο Κυδωνιών υπέρτιμος και έξαρχος Αιολίδος. Έδρα Κυδωνίες (Ayvalik).
Ιερά Μητρόπολη Δαρδανελίων και Λαμψάκου. Ο Δαρδανελίων και Λαμψάκου, υπέρτιμος και έξαρχος παντός Ελλησπόντου. Έδρα Δαρδανέλια (Çanakkale).
Ιερά Μητρόπολη Μοσχονησίων. Ο Μοσχονησίων, υπέρτιμος και έξαρχος
Αιολίδος.
Έδρα Μοσχονήσια (Youda).
Ιερά Μητρόπολη Βρυούλων.
Ο Βρυούλων, υπέρτιμος και έξαρχος Ερυθραίας.
Έδρα Βρύουλα (Βουρλά) (Urla).
ΜΗΤΡΟΠΟΛΕΙΣ ΑΝΑΤΟΛΙΚΗΣ ΘΡΑΚΗΣ ΚΑΙ ΑΝΑΤΟΛΙΚΗΣ ΡΩΜΥΛΙΑΣ (ΒΟΡΕΙΑΣ ΘΡΑΚΗΣ)
Ιερά Μητρόπολη Σαράντα Εκκλησιών. Ο Σαράντα Εκκλησιών, υπέρτιμος και έξαρχος πάσης Θράκης. Έδρα Σαράντα Εκκλησιές (Kirklaeri). [Περισσότερα πιο κάτω...]
Ιερά Μητρόπολη Αίνου. Ο Αίνου, υπέρτιμος και έξαρχος πάσης Ροδόπης. Έδρα Αίνος (Enez).
Ιερά Μητρόπολη Τυρολόης και Σερεντίου. Ο Τυρολόης και Σερεντίου, υπέρτιμος και έξαρχος Θράκης. Έδρα Τυρολόη (Corlu).
Ιερά Μητρόπολη Βιζύης και Μηδείας. Ο Βιζύης και Μηδείας, υπέρτιμος και έξαρχος Μαύρης Θαλάσσης. Έδρα Βιζύη (Vize).
Ιερά Μητρόπολη Γάνου και Χώρας. Ο Γάνου και Χώρας, υπέρτιμος και έξαρχος Θράκης παραλίας. Έδρα Χώρα (Hora).
Ιερά Μητρόπολη Σηλυβρίας.
Ο Σηλυβρίας, υπέρτιμος και έξαρχος Θράκης.
Έδρα Σηλύβρια (Silivri).
Ιερά Μητρόπολη Αδριανουπόλεως. Ο Αδριανουπόλεως, υπέρτιμος και έξαρχος παντός Αιμιμόντου. Έδρα Αδριανούπολη (Edirne).
Ιερά Μητρόπολη Ηρακλείας και Ραιδεστού. Ο Ηρακλείας πρόεδρος των υπερτίμων και έξαρχος πάσης Θράκης και Μακεδονίας. Έδρα Ραιδεστός (Tekirdag)
Ιερά Μητρόπολη Μετρών και Αθύρων. Ο Μετρών και Αθύρων, υπέρτιμος και έξαρχος Θράκης παραλίας. Έδρα Μέτρες (Çatalca).
Ιερά Μητρόπολη Καλλιουπόλεως και Μαδύτου. Ο Καλλιουπόλεως και Μαδύτου, υπέρτιμος και έξαρχος Θρακικής χερσονήσου. Έδρα Καλλίπολη (Gelibolu).
Ιερά Μητρόπολη Μυριοφύτου και Περιστάσεως. Ο Μυριοφύτου και Περιστάσεως, υπέρτιμος και έξαρχος Προποντίδος . Έδρα Μυριόφυτο (Mürtefte).
Ιερά Μητρόπολη Λιτίτσης. Ο Λιτίτσης, υπέρτιμος και έξαρχος. Έδρα Ορτάκιοϊ Θράκης (Ortaköy, σήμερα Ivaylovgrad Βουλγαρίας).
Ως επισκοπή αναφέρεται πρώτη φορά επί Αυτοκράτορος Λεόντος Στ’ Σοφού ως Επισκοπή Λιοτίτζης. Προ του 1350 τοποθετείται η προαγωγή της Επισκοπή σε Μητρόπολη. Έδρα της αποτελούσε η Λίτιτσα έως της καταστροφής της από τους Κιρτζαλήδες το 1790. Έτσι η έδρα μεταφέρθηκε στο Ορτάκιοϊ όπου ανθούσε το Ελληνικό στοιχείο. Το 1821 ο Επίσκοπος Λιτίτσης Σωφρόνιος, ο οποίος ήταν μέλος της Φιλικής Εταιρείας, συγκρότησε επαναστατικό σώμα από Μανδριτσιώτες και Ορτακινούς, οι οποίοι αφού διέσχισαν την τουρκοκρατούμενη Βουλγαρία, ενώθηκαν με τα στρατεύματα του Αλεξανδρου Υψηλάντη και έλαβαν μέρος στην επανάσταση της Μολδοβλαχίας. Μετά την αποτυχία της επανάστασης, όσοι επέζησαν διέσχισαν πολεμώντας τη Βαλκανική χερσόνησο και έφτασαν στην Ηπειρο και απ’ εκεί στην επαναστατημένη Ρούμελη, όπου πολέμησαν για την ελευθερία της Ελλάδος. Ελάχιστοι από τους πολεμιστές αυτούς επέστρεψαν. Ενδεικτικά μπορεί να αναφερθεί πως σύμφωνα με στατιστικό πίνακα του 1907 του Οικουμενικού Πατριαρχείου ΚΠόλεως, σε 25 εκπαιδευτικά ιδρύματα-σχολεία της μητροπόλεως Λιτίτσης δίδασκαν 30 διδάσκαλοι. Μετά τη Συνθήκη του Βουκουρεστίου το 1915 πολλές ελληνικές κοινότητες ανάμεσα στις οποίες και το Ορτάκιοϊ, πέρασαν στην επικράτεια της Βουλγαρίας. Έτσι η Μητρόπολη Λιτίτσης περιορίστηκε δραματικά. Τελευταίος Μητροπολίτης Λιτίτσης διετέλεσε ο Νικόδημος ο οποίος αρχιεράτευσε από το 1907 -πριν τον διωγμό και τον ξεριζωμό των Ελλήνων από τις εστίες τους- εως και το 1930 οπότε και εκοιμήθη.
_____________
Στη Βόρεια Θράκη (ή Ανατολική Ρωμυλία) από της αλώσεως του 1453 και μέχρι το τέλος της δεκαετίας του 1910, οι καταγεγραμμένες Μητροπόλεις, Αρχιεπισκοπές και Επισκοπές, κατόπιν πολλών μεταβολών και συγχωνεύσεων, ήταν οι εξής: Αγαθονικείας, Αγαθουπόλεως, Αγχιάλου, Αξιουπόλεως, Βάρνης, Βιδύνης, Βράτσας, Διοσπόλεως, Δρύστρας, Κεστεντηλίου, Κωνσταντίας, Λεύκης, Λιτίτσης. Λοφτσού, Μεσημβρίας, Περκόφτσας, Πρεσλάβας, Ροδοστόλου, Σαμακοβίου, Σοφίας, Σωζοπόλεως (Σωζοαγαθουπόλεως), Τζερβενού, Τορνόβου, Φιλιππουπόλεως.
Χάρτης της Μητρόπολης Ηράκλειας με τις ελληνικές ονομασίες. [εδώ].
Σαράντα Εκκλησιές: (τουρκ. Kırklareli). Μεσόγεια πόλη της Ανατολικής Θράκης, ανατολικά της Αδριανουπόλεως. Κατά μία άποψη η πόλη ταυτίζεται με το Βυζαντινή Κάραβο, έδρα ομώνυμης Επισκοπής υπό τη Μητρόπολη Αδριανουπόλεως. Η άποψη αυτή ελέγχεται. Η πόλη καταλήφθηκε από τους Οθωμανούς το 1372. Λίγα χρόνια αργότερα πήρε και το όνομα Σαράντα Εκκλησιές, για την προέλευση του οποίου υπάρχουν διάφορες απόψεις. Κατά μία άποψη υπήρχε εκεί μουσουλμανικό μοναστήρι, το οποίο λεγόταν μοναστήρι των Σαράντα (Κιρκλάρ τεκεσί). Σύμφωνα με άλλη άποψη λίγο έξω από την πόλη στα νότια περίχωρά της υπήρχε ένα μικρό παλιό χριστιανικό εξωκκλήσι, το οποίο οι Τούρκοι ονόμαζαν Κιρ κλισέ, δηλαδή Εξοχική Εκκλησία. Με την πάροδο του χρόνου το Κιρ (Εξοχή) έγινε Κιρκ (Σαράντα). Έτσι η πόλη κατά την Οθωμανική περίοδο ονομαζόταν Κιρκ Κιλισέ (Σαράντα Εκκλησιές).
Το 1830 η πόλη είχε 400 ελληνικές οικογένειες, 810 τουρκικές, 250 βουλγαρικές, 65 βοημικές και 16 εβραϊκές. Πριν την ανταλλαγή των πληθυσμών στην πόλη διέμεναν περίπου 20.000 χιλιάδες Έλληνες. Επίσης υπήρχαν πολλοί Βούλγαροι, Τούρκοι, Εβραίοι και Αρμένιοι.
Σαράντα Εκκλησιών Μητρόπολη: Ως μία των Επισκοπών της Μητροπόλεως Αδριανουπόλεως αναφέρεται η Επισκοπή Καράβου για πρώτη φορά στο Τακτικό του Πατριάρχου Νικολάου του Μυστικού κατά τον 10 αιώνα. Επίσης αναφέρονται εντός των ορίων της μετέπειτα Μητροπόλεως Σαράντα Εκκλησιών οι Επισκοπές Σκοπέλου και Βρύσεως (Βουνάρ Χισάρ). Όλες αυτές οι Επισκοπές εξέλιπαν σταδιακά από τον 14ο μέχρι τον 15ο αιώνα. Κατά την Οθωμανική περίοδο και μέχρι τις αρχές του 19ου αιώνα δεν υπήρχε Ορθόδοξος Ναός στις Σαράντα Εκκλησιές. Οι χριστιανοί της πόλης εκκλησιάζονταν στο γειτονικό χωριό Ηρακλείτσα (Eriklice). Το 1829 χτίστηκε ο Ναός της Κοιμήσεως της Θεοτόκου (Μητροπολιτκός), το 1858 ο Ναός των Αγίων Πάντων και το 1859 ο Ναός των Σαράντα Μαρτύρων. Όλοι οι Ναοί έχουν κατεδαφιστεί σήμερα.
Στα τέλη του 19ου αιώνα εγκαταστάθηκε στις Σαράντα Εκκλησιές ο Επίσκοπος Σκοπέλου Παύλος, ως Βοηθός Επίσκοπος της Μητροπόλεως Αδριανουπόλεως. Τον Μάιο του 1906 η περιοχή των Σαράντα Εκκλησιών αποσπάστηκε από τη Μητρόπολη Αδριανουπόλεως και αποτέλεσε ξεχωριστή Μητρόπολη.
Στις αρχές του 20ου αιώνα η Μητρόπολη Σαράντα Εκκλησιών περιλάμβανε τους κατωτέρω οικισμούς:
α) Σαράντα Εκκλησιές (Kırklareli)
β) Σκοπός (Üsküp)
γ) Ευκάρπιο (σημερινό Armağan)
δ) Κουγιούνδερε
ε) Κουγιούν Κιαβούρ (σημερινό Koyunbaba)
στ) Πέτρα (σημερινό Kayalı)
ζ) Σκόπελος (σημερινό Yoğuntaş) από τη σημερινή Επαρχία Kırklareli (Σαράντα Εκκλήσιών)
η) Βουνάρ Χισάρ (Pınarhisar)
θ) Ιέννα (σημερινή Kaynarca)
ι) Σκεπαστό (σημερινό Yenice)
ια) Κουρούδερε (Kurudere)
ιβ) Γιανδζηκλάρ (σημερινό Ataköy) από τη σημερινή Επαρχία Pınarhisar (Βουνάρ Χισάρ).
Χάρτης της Μητρόπολης των Σαράντα Εκκλησιών [εδώ]
Αίνος: (Τουρκ. Enez). Πόλη της Θράκης στην Ανατολική όχθη των εκβολών του ποταμού Έβρου κοντά στη λιμνοθάλασσα Στεντορίδα. Την πόλη αναφέρει ο Όμηρος ως σύμμαχο των Τρώων. Αρχικά η πόλη ονομαζόταν Πολτι(υ)μβρία ή Πολτι(υ)ομβρία από το όνομα του Πόλτι(υ)ος, μυθικού βασιλιά της Θράκης και οικιστή της πόλης. Ο Ηρόδοτος την ονομάζει Αιολίδα λόγω του εποικισμού της κατά τον 7ο π.Χ. αιώνα από Αιολείς της Κύμης, της Μυτιλήνης και της Αλωπεκονήσου. Αργότερα η πόλη έγινε μέλος της Α΄ Αθηναϊκής συμμαχίας. Κατόπιν περιήλθε στην εξουσία του Φιλίππου και στη συνέχεια των επιγόνων του Μ. Αλεξάνδρου αρχικά τους Σελευκίδες και έπειτα τους Πτολεμαίους. Το 205 π.Χ. κυριεύτηκε από τους Ρωμαίους. Κατά τους Βυζαντινούς χρόνους η πόλη ανήκε στο Θέμα της Θράκης και στην Επαρχία Ροδόπης. Το 1354 μ.Χ. η Αίνος πέρασε στα χέρια του Γενουάτη Φραγκίσκου Γατελούζου. Το 1455 μ.Χ. η πόλη περιήλθε στην εξουσία των Οθωμανών. Κατά την Οθωμανική περίοδο η πόλη κατοικούνταν αποκλειστικά από ελληνικό πληθυσμό. Από το 1920 μέχρι το 1922 περιήλθε στην ελληνική κυριαρχία.
Αίνου Μητρόπολη: Η Αίνος πολύ νωρίς κατέστη Επισκοπή και είχε την πρώτη ή την τέταρτη θέση μεταξύ των Επισκοπών της Επαρχίας Ροδόπης. Κατά τους χρόνους του αυτοκράτορα Ιουστινιανού του Α΄ (527-565 μ.Χ.) η Αίνος προήχθη σε Αρχιεπισκοπή και επί Αλεξίου Κομνηνού (1081-1118 μ.Χ.) σε Μητρόπολη. Αρχικά κατείχε την 62η θέση μεταξύ των Μητροπόλεων του Οικουμενικού Θρόνου, αργότερα υποβιβάστηκε στην 73η και κατά την Οθωμανική περίοδο προβιβάστηκε στην 38η θέση. Επειδή η Μητρόπολη αντιμετώπιζε οικονομικά προβλήματα το 1885 αποσπάστηκαν από τη Μητρόπολη Μαρωνείας το Δεδέ αγάτς (σημερινή Αλεξανδρούπολη) και 14 άλλα χωριά και προσαρτήθηκαν στη Μητρόπολη Αίνου. Στα τέλη του 19ου αιώνα στην περιφέρεια της Μητροπόλεως Αίνου υπήρχαν δύο Πατριαρχικές και Σταυροπηγιακές Μονές: α) της Υπεραγίας Θεοτόκου Σκαλωτής και β) του Αγίου Αθανασίου Τζαδήρι.
Στη δικαιοδοσία της Μητροπόλεως Αίνου (τέλη του 19ου αιώνα) ανήκαν οι εξής οικισμοί:
α) Αίνος (Enez) με πληθυσμό ελληνικό από τον Καζά Αίνου,
β) Αρβανίτες (σημερινό Isikli),
γ) Μποράορι ή Μπαραούρο (σημερινό Baragi),
δ) Κιζκαπάν ή Κιγκαμπάν (Kizkapan),
ε) Τσελεμπή (Çelebi),
στ) Γιαπουλντάκ ή Γιαμαλντάκ (Yapıldak) από τον Καζά Κεσάνης,
ζ) Κόζκορη ή Κόσχορι (σημερινό Kocahıdır),
η) Αχούρια ή Αχίρκιοϊ (σημερινό Ahir) από τον Καζά Σουφλίου,
θ) Αμυγδαλιά (σημερινό Çavuşköy),
ι) Ασαρλή (Σκαλωτή όπου και η Μονή της Υπεραγίας Θεοτόκου, σημερινό Hisarlı),
ια) Μαΐστρος (σημερινό Yenice),
ιβ) Διασορνή ή Διασορανέλλα ή Μικρά Διόσα (σημερινό Küçükevren),
ιγ) Αγίασμα (σημερινό Kocaali),
ιδ) Κεμερλή (σημερινό Şehitler) από τον Καζά Αίνου,
ιε) Καβατζήκι (σημερινή Λευκίμμη),
ιστ) Πασμακτσή (σημερινό Τριφύλλι),
ιζ) Τεκέ (σημερινή Ταύρη),
ιη) Μαρχαμλί (σημερινός Πέπλος),
ιθ) Πιζμάνικιοϊ (σημερινή Πισμάνη) από τον Καζά Σουφλίου εκ των οποίων τα τρία τελευταία Εξαρχικά,
κ) Ρουμτζούκι (σημερινός Δορίσκος),
κα) Φερετζίκ (σημερινές Φέρρες),
κβ) Δεδέαγατς (σημερινή Αλεξανδρούπολη),
κγ) Δογάν Χισάρ (σημερινό Αετοχώri),
κδ) Γενίκιοϊ (σημερινή Iάνα),
κε) Bάδομα (σημερινός Ποταμός),
κστ) Δερβέντ (σημερινός Aβάς),
κζ) Nτομούζντερε (σημερινή Nίψα),
κη) Λιτζάκιοϊ (σημερινός Λουτρός),
κθ) Tσάμερεν (σημερινά Πεύκα),
λ) Mπαλίκιοϊ (σημερινή Mελία) και
λα) Tουρμπαλί (σημερινή Πυλαία) από τον Καζά Δεδέ αγάτς εκ των οποίων τα εννέα τελευταία Εξαρχικά.
Τον Νοέμβριο του 1922 οι 17 τελευταίοι οικισμοί συμπεριλήφθηκαν στη νεοσύστατη Μητρόπολη Αλεξανδρουπόλεως. Η έδρα του Μητροπολίτη είχε μεταφερθεί το 1909 στο Δεδέ Αγάτς (σημερινή Αλεξανδρούπολη).
Χάρτης της Μητρόπολης Αίνου [εδώ].
Τυρολόη: (τουρκ. Çorlu) Μεσόγεια πόλη της Ανατολικής Θράκης, 32 χλμ. βορειοανατολικά της Ραιδεστού. Το αρχαιότερο όνομα της πόλης ήταν Συρήλλον. Κατά τους Βυζαντινούς χρόνους ονομαζόταν Τζουρουλόν. Η Τυρολόη υπέστη αλλεπάλληλες επιδρομές. Το 443 από τον Αττίλα, το 813 από τους Βουλγάρους του Κρούμου, το 1206 από τον ενωμένο στρατό των Βουλγάρων, Κουμάνων και Βλάχων. Η πόλη πέρασε στα χέρια των Φράγκων το 1140, την ανακατέλαβε όμως ο Ιωάννης Γ΄ ο Βατάτζης το 1235. Το 1240 οι Φράγκοι κυρίευσαν την πόλη, την ίδια χρονιά όμως ο Ιωάννης Βατάτζης την πήρε πίσω. Το 1359 η πόλη καταλήφθηκε από τους Οθωμανούς οι οποίοι κατεδάφισαν τα τείχη της πόλης. Το 1511 στην Τυρολόη έγινε μάχη μεταξύ του Σουλτάνου Βαγιαζήτ και του γιου του Σελίμ, ηγεμόνα της Τραπεζούντας. Κατά τον Ρωσοτουρκικό πόλεμο του 1878 οι Ρώσοι κατέλαβαν την Τυρολόη και έμειναν μέχρι την συνθήκη του Αγίου Στεφάνου. Ήταν ιερή πόλη και υπαγόταν στην δικαιοδοσία του ιεροδικαστή της Αδριανούπολης. Όπως μας πληροφορεί ο John Covel το 1675 υπήρχαν 100 ελληνικές οικογένειες ενώ παλιότερα υπήρχαν 400. Στα τέλη του 19ου αιώνα υπήρχαν 6.000 περίπου Έλληνες. Οι Ελληνικές συνοικίες βρίσκονταν σε δυο μεγάλα τμήματα που χωρίζονταν από μια ρεματιά και ένωναν δυο γέφυρες, μια ξύλινη και μια μεταλλική. Είχε περίπου 3.000 μονώροφες και διώροφες κατοικίες μέσα σε 15 μουσουλμανικές και ισάριθμες χριστιανικές συνοικίες, 600 καταστήματα και 18 μεγάλα χάνια. Υπήρχαν 2 εκκλησίες η της Κοιμήσεως της Θεοτόκου (1830) και η παλαιότερη του Αγίου Γεωργίου παλιότερη του 1675 μιας και αναφέρεται από τον John Covel. Υπήρχαν ακόμη 3 τζαμιά μια Αρμένικη εκκλησία και μια συναγωγή. Το 1780 ο Μητροπολίτης Ηρακλείας Μεθόδιος ίδρυσε την ελληνική σχολή Τυρολόης. Στις αρχές του 20ου αιώνα η Ελληνική κοινότητα διέθετε ένα Νηπιαγωγείο, ένα Αρρεναγωγείο και ένα Παρθεναγωγείο. Μετά την ανταλλαγή των πληθυσμών οι περισσότεροι κάτοικοι της Τυρολόης εγκαταστάθηκαν στην περιφέρεια Σερρών όπου και ιδρύθηκε το χωριό Νέα Τυρολόη.
Σερέντιον ή Στράντζα: (τουρκ. Binkılıç). Πολίχνη της Ανατολικής Θράκης στην Επαρχία Çatalca (Μετρών). Οι Έλληνες κάτοικοι της Στράντζας υπολογίζονταν πριν από τους διωγμούς του 1914 σε 7.000 (περίπου 1500 οικογένειες). Υπήρχαν επίσης και 15 οικογένειες Τούρκων. Οι κάτοικοι ασχολούνταν κυρίως με την υλοτομία, την κτηνοτροφία, και τη γεωργία. Στις 14 Απριλίου του 1914 οι κάτοικοι εκδιώχθηκαν και υποχρεώθηκαν να εγκαταλείψουν κινητή και ακίνητη περιουσία και με ατμόπλοια να μεταφερθούν στη Θεσσαλονίκη και στην Καβάλα, απ’ όπου διασκορπίσθηκαν στην Κεντρική και την Ανατολική Μακεδονία. Στη Νάουσα σχημάτισαν τη Νέα Στράντζα.
Τυρολόης και Σερεντίου μητρόπολη: Και οι δύο πόλεις αναφέρονται ως έδρες επισκοπών υποκείμενες στη Μητρόπολη Ηρακλείας. Η Τυρολόη με τα ονόματα Τζορύλλον, Τζουρουλός, Θήραλλα το δε Σερέντιο ως Σεργέντζη ή Σεργέντζια. Η επισκοπή Τυρολόης ανυψώθηκε σε Αρχιεπισκοπή κατά τον 14ο αιώνα. Κατά την Οθωμανική περίοδο οι δύο Επισκοπές συνενώθηκαν και αποτέλεσαν μία Επισκοπή με τον τίτλο "Τυρολόης και Σερεντίου". Το 1840 η Επισκοπή Τυρολόης και Σερεντίου προήχθη σε Μητρόπολη. Το 1848 όμως υποβιβάστηκε και πάλι σε Επισκοπή υπό τη Μητρόπολη Ηρακλείας. Τέλος τον Μάρτιο του 1907 η Επισκοπή Τυρολόης και Σερεντίου προήχθη και πάλι σε Μητρόπολη.
Στις αρχές του 20ου αιώνα η Μητρόπολη Τυρολόης και Σερεντίου περιλάμβανε τους κατωτέρω οικισμούς:
α) Τυρολόη (Çorlu)
β) Τσεγκερλή (σημερινό Yenice)
γ) Πασαλή (σημερινό Türkgücü)
δ) Καράσιντ ή Καρασινίτ (σημερινό Kırkgöz)
ε) Εσέτσε (σημερινό Önerler)
στ) Οξούζτσε
ζ) Τσικούρ Τσενγκέλ
η) Αβλάμπεη
θ) Μασατλή (σημερινό Deregündüzlü)
ι) Δαγ Γενή Κιοΐ
ια) Σεϊμέν (Seymen) από τη σημερινή Επαρχία Çorlu (Τυρολόης)
ιβ) Μουσελήμ (Müsellim)
ιγ) Κερκεπεκλή (Kırkkepenekli) από τη σημερινή Επαρχία Muratlı (Μουρατλή)
ιδ) Κερμένι
ιε) Άρμασα
ιστ) Τσαουσλή
ιζ) Κιοστεμίρ
ιη) Πεδζελέρ (σημερινό Beyciler) από τη σημερινή Επαρχία Silivri (Σηλυβρίας)
ιθ) Ομούρδζαι από τη σημερινή Επαρχία Marmara Ereğlisi (Ηρακλείας)
κ) Καρατζά Κιοΐ (Karacaköy)
κα) Ασκός ή Πόδημα (σημερινό Yalıköy)
κβ) Βελιγραδάκι (Belgrat)
κγ) Στράντζα (σημερινό Binkılıç) από τη σημερινή Επαρχία Çatalca (Μετρών).
Χάρτης της Μητρόπολης Τυρολόης [εδώ]
Βιζύη: (τουρκ. Vize). Μεσόγεια πόλη της Ανατολικής Θράκης. Χτίστηκε στα ερείπια της αρχαίας Θρακικής πόλης Δάματα από το στρατηγό του Μεγάλου Αλεξάνδρου Βίζυ. Στον "Συνέκδημο του Ιεροκλέους" (6ος αιώνας μ.Χ.) αναφέρεται ως 4η μεταξύ των 14 πόλεων της Επαρχίας Θράκης Ευρώπης. Τον Μάρτιο του 1453 κυριεύθηκε από τους Οθωμανούς, οι οποίοι κατεδάφισαν τα τείχη της. Γρήγορα όμως ανοικοδομήθηκε.
Το 1878 ζούσαν στην πόλη 2.200 Έλληνες και 900 Τούρκοι. Την εποχή της εκκενώσεώς της είχε 3.380 κατοίκους, κυρίως Έλληνες και λίγους Τούρκους. Διαιρείται σε 4 συνοικίες: πρώτη του Καλέ (περιτειχισμένη). Αυτή βρισκόταν στο κέντρο σε ύψωμα και κατοικούνταν από Τούρκους. Η δεύτερη συνοικία της Πλάτσας (πλατεία) νοτίως της συνοικίας του Καλέ κατοικούμενη από Έλληνες. Εκεί βρίσκονταν η αγορά, το Διοικητήριο, η Μητρόπολη και τα σχολεία. Τρίτη είναι η συνοικία του κάστρου, βορειανατολικά από τον Καλέ όπου έμεναν μόνο Έλληνες και τέταρτη η συνοικία του Καρσί Μαχαλά (απέναντι συνοικία) βορειοδυτικά από τον Καλέ όπου έμεναν Έλληνες και Τούρκοι. Σήμερα έχει πληθυσμό περίπου 10.000 κατοίκους.
Βιζύης μητρόπολη: Η Βιζύη έγινε νωρίτατα Επισκοπή. Ήδη κατά την Α΄ Οικουμενική Σύνοδο (325 μ.Χ.) απαντά Επίσκοπος της των Βιζυηνών πόλεως. Στις αρχές του Η΄ αιώνα αναφέρεται ως Αυτοκέφαλη Αρχιεπισκοπή, αρχικά 3η μεταξύ των Αυτοκεφάλων Αρχιεπισκοπών του Πατριαρχείου Κωνσταντινουπόλεως και αργότερα αναβιβάζεται στην 1η θέση. Η κατάσταση αυτή συνεχίζεται μέχρι λίγο πριν τα μέσα του 14ου αιώνα οπότε η αρχιεπισκοπή Βιζύης προάγεται σε Μητρόπολη και καταλαμβάνει την 97η θέση. Τον 15ο αιώνα η Βιζύη περιπίπτει σε αφάνεια και η Μητρόπολη εκλείπει. Αποκαθίσταται ωστόσο τον 16ο αιώνα. Το 1682 συγχωνεύεται με τη Μητρόπολη Βιζύης και η Μητρόπολη Μηδείας. Η ένωση διαρκεί μέχρι τις αρχές του 18ου αιώνα οπότε απαντούν και πάλι οι δύο Μητροπόλεις χωριστά. Σύντομα όμως οι δύο Μητροπόλεις ενώνονται ξανά οριστικά αυτή τη φορά ως Μητρόπολη "Βιζύης και Μηδείας".
Στις αρχές του 20ου αιώνα η Μητρόπολη Βιζύης περιλάμβανε τους κατωτέρω οικισμούς:
α) Βιζύη (Vize)
β) Χάσβουγα ή Άσμπουγα (Hasbuğa)
γ) Μαγκριώτισσα (σημερινή Düzova)
δ) Μουσελήμ (Müsellim)
ε) Άγιος Γεώργιος (σημερινό Evrenli)
στ) Τσακλή (Çakıllı)
ζ) Κρυόνερο (σημερινό Soğucak)
η) Τοπτσί Κιοΐ (Topçuköy)
θ) Σοφίδες (σημερινό Evrencik)
ι) Άγιος Ιωάννης (σημερινό Akpınar)
ια) Πινακά (σημερινή Küçükyayla)
ιβ) Σαρακήνα (σημερινό Sergen)
ιγ) Μήδεια (σημερινό Kıyıköy)
ιδ) Ακτζετζίμ (Aksicim)
ιε) Γιάτρος (σημερινό Kızılağaç)
ιστ) Οργάζ (σημερινό Kışlacık) από τη σημερινή Επαρχία Vize (Βιζύης)
ιζ) Σεράγιον (Saray)
ιη) Γιουβαλή (Yuvalı)
ιθ) Καβάκι ή Καβατζίκ (Kavacık) από τη σημερινή Επαρχία Saray (Σεραγίου)
κ) Σαμάκοβο (σημερινό Demirköy)
κα) Τρουλιά (σημερινό Hamdibey)
κβ) Άγιος Στέφανος (σημερινό Beğendik) από τη σημερινή Επαρχία Demirköy (Σαμακόβου)
κγ) Αχμέτ μπέη (Ahmetbey)
κδ) Τσιφλίκ Κιοΐ (Çiftlikköy) από τη σημερινή Επαρχία Lüleburgaz (Αρκαδιουπόλεως).
Τέλος στη Μητρόπολη Βιζύης ανήκαν και κάποια χωριά (Πυργόπλο, Πλάτσα, Μαζουράς) του τότε Καζά Αγαθουπόλεως (Ахтопол), τα οποία σήμερα ανήκουν στη Βουλγαρία (Μητρόπολη Σλίβεν).
Χάρτης της Μητρόπολης Βιζύης. [εδώ].
Γάνος: (η Γάνος, ο Γάνος και αργότερα το Γάνος, τουρκ. Gaziköy). Πόλη της Ανατολικής Θράκης στις ακτές της Προποντίδας. Μαρτυρείται από τον 5ο αιώνα π.Χ. ως αποικία των Μεγαρέων. Σύμφωνα με την παράδοση οι Μεγαρείς είδαν από το πλοίο τους μια λάμψη στο βουνό γύρω από την πόλη. Κατέβηκαν τότε από το πλοίο και έχτισαν την πόλη, την οποία ονόμασαν Γάνο (=λάμψη). Πάνω από την πόλη βρίσκεται και το ομώνυμο όρος. Ανήκε στο Βασίλειο των Οδρυσών. Το 341 π.Χ. περιήλθε στην εξουσία του Φιλίππου Β΄ της Μακεδονίας. Στον "Συνέκδημο του Ιεροκλέους" (6ος μ.Χ. αιώνα) η πόλη αναφέρεται ως 7η μεταξύ των 14 πόλεων της Επαρχίας Θράκης Ευρώπης. Πριν την ανταλλαγή των πληθυσμών είχε περίπου 2.000 Έλληνες κατοίκους. Σήμερα είναι χωριό με 600 περίπου κατοίκους.
Χώρα: (τουρκ. Hoşköy). Πολίχνη της Ανατολικής Θράκης στα παράλια της Προποντίδας. Πιθανότατα χτίστηκε κατά την ύστερη Βυζαντινή περίοδο από τον αυτοκράτορα Ιωάννη Γ΄ τον Βατάτζη (1222-1254 μ.Χ.). Πριν την ανταλλαγή των πληθυσμών αριθμούσε περίπου 4.500 κατοίκους. Σήμερα έχει περίπου 2.000 κατοίκους.
Γάνου και Χώρας μητρόπολη: Η περιοχή της Γάνου υπάγονταν εκκλησιαστικώς μέχρι τον 14ο αιώνα στην Επισκοπή Πανίου της Μητροπόλεως Ηρακλείας. Το 1324 μ.Χ. αναφέρεται για πρώτη φορά ως Αρχιεπισκοπή. Την ίδια χρονιά δόθηκε στον Μητροπολίτη Πηγών και Παρίου και λίγο αργότερα στον Μητροπολίτη Κυζίκου. Από το 1347 αναφέρεται ως Μητρόπολη Γάνου και κατέχει την 48η θέση μεταξύ των Μητροπόλεων του Οικουμενικού Θρόνου. Αργότερα υποβιβάζεται στην 62η θέση ενώ τον 18ο αιώνα αναβιβάζεται στην 51η. Μέχρι τον 16ο αιώνα η Μητρόπολη τιτλοφορείται μόνο Γάνου. Από τον 16ο αιώνα και μετά τιτλοφορείται Γάνου και Χώρας και η έδρα της μεταφέρεται στη Χώρα.
Στις αρχές του 20ου αιώνα η Μητρόπολη Γάνου και Χώρας περιλάμβανε τους κατωτέρω οικισμούς:
α) Χώρα (σημερινό Hoşköy)
β) Γάνος (σημερινό Gaziköy)
γ) Αυδήμι (σημερινό Uçmakdere)
δ) Μηλιό (σημερινό Güzelköy)
ε) Κερασιά (Kirazlı)
στ) Παλαμούτι (Palamut) από τη σημερινή Επαρχία Şarköy (Περιστάσεως)
ζ) Καστάμπολις (σημερινό Ormanlı)
η) Ιντζέ Κιοΐ (σημερινό Yenice)
θ) Ειρηνοχώρι (σημερινό Araphacı)
ι) Νεοχώρι (Yeniköy) από τη σημερινή Επαρχία Tekirdağ (Ραιδεστού)
ια) Σανδικλή ή Σεντούκι (σημερινό Esendik) από τη σημερινή Επαρχία Malkara (Μαλγάρων).
Χάρτης της Μητρόπολης Γάνου και Χώρας. [εδώ]
Σηλυβρία ή Σηλύβρια: (τουρκ. Silivri). Πόλη της Ανατολικής Θράκης στα παράλια της Προποντίδας 55 χιλιόμετρα Δυτικά της Κωνσταντινουπόλεως. Κατά τον Στράβωνα η πόλη ήταν αποικία των Μεγαρέων, αποικίστηκε το 675 π.Χ. και πήρε το όνομά της από τον ιδρυτή της Σήλυ. Στο όνομα του Σήλυος προστέθηκε η Θρακική κατάληξη "βρία", που σημαίνει πόλη. Έτσι ονομάστηκε Σηλυβρία δηλαδή πόλη του Σήλυος. Το 410 π.Χ. η πόλη καταλήφθηκε από τον Αλκιβάδη ενώ το 342 π.Χ. περιήλθε στην εξουσία του Φιλίππου της Μακεδονίας. Κατά τη Βυζαντινή περίοδο η πόλη μετονομάστηκε για ένα μικρό διάστημα (5ος-6ος αιώνες) σε Ευδοξιούπολη προς τιμή της συζύγου του αυτοκράτορα Αρκαδίου (383-408 μ.Χ.) Ευδοξίας. Ως Ευδοξιούπολη αναφέρεται και στον "Συνέκδημο του Ιεροκλέους" (6ος αιώνας), πρώτη μεταξύ των 14 πόλεων της Επαρχίας Θράκης Ευρώπης. Το 1453 μ.Χ. η πόλη καταλήφθηκε από τους Οθωμανούς. Στην πόλη το 1885 κατοικούσαν 270 ελληνόφωνες οικογένειες (1600 κάτοικοι). Σήμερα η πόλη έχει περίπου 50.000 κατοίκους.
Σηλυβρίας μητρόπολη: Η Σηλυβρία υπάγονταν στη δικαιοδοσία της Μητροπόλεως Ηρακλείας μέχρι τον 6ο αιώνα οπότε και ανυψώθηκε σε Αρχιεπισκοπή. Κατείχε την 19η θέση μεταξύ των Αυτοκεφάλων Αρχιεπισκοπών του Πατριαρχείου Κωνσταντινουπόλεως, ενώ αργότερα προήχθη στην 11η θέση. Την εποχή του αυτοκράτορα Μανουήλ Κομνηνού (1143-1180) προήχθη σε Μητρόπολη και παρέμεινε καθ' όλη τη διάρκεια της Οθωμανικής περιόδου.
Στις αρχές του 20ου αιώνα η Μητρόπολη Σηλυβρίας περιλάμβανε τους κατωτέρω οικισμούς:
α) Σηλύβρια (Silivri)
β) Επιβάτες (σημερινό Selimpasa)
γ) Φανάρι (Fener)
δ) Δελλιώνες (σημερινό Ortaköy)
ε) Καδήκιοϊ (Kadiköy)
στ) Κούρφαλη (Kurfallı)
ζ) Άβρεν (σημερινό Akören)
η) Σινεκλή (Sinekli)
θ) Κιουτσούκ Σεϋμέν (Seymen)
ι) Μέγα Κιλίτς (Büyükkılıçlı) από τη σημερινή Επαρχία Silivri (Σηλυβρίας)
ια) Εξάστερο (σημερινό Celaliye)
ιβ) Αιγιαλοί ή Άγιος Παύλος (σημερινή Kamiloba)
ιγ) Οικονομείο (σημερινό Kumburgaz) από τη σημερινή Επαρχία Büyükçekmece (Αθύρων).
Χάρτης της Μητρόπολης Σηλυβρίας. [εδώ]
Αδριανούπολη: (τουρκ. Edirne). Πόλη της Ανατολικής Θράκης χτισμένη στη συμβολή του ποταμού Έβρου με τους παραποτάμους του Τόνζο (Τούντζα) και Αρτίσκο (Άρδα). Στη θέση της σημερινής πόλης κατά την αρχαιότητα βρίσκονταν η πολίχνη Ουσκουδάμα, η οποία ταυτίζεται με την Ορέστεια, πόλη την οποία κατά την παράδοση έχτισε ο Ορέστης. Το 73 π.Χ. η πόλη περιήλθε στην κατοχή των Ρωμαίων. Η ακμή της ξεκινά το 127 μ.Χ. όταν ο αυτοκράτορας Αδριανός την ανοικοδόμησε και της έδωσε το όνομά του. Τον 3ο αιώνα μ.Χ. η πόλη ορίστηκε από τον Διοκλητιανό ως η πρωτεύουσα της επαρχίας Αιμιμόντου. Το 586 μ.Χ, την πόλη πολιόρκησαν οι Άβαροι χωρίς όμως επιτυχία. Η πόλη κυριεύθηκε αρκετές φορές από τους Βουλγάρους. Το 1049 και το 1078 μ.Χ. πολιορκήθηκε από τους Πετσενέγκους. Μετά την κατάληψη της Κωνσταντινούπολης από τους Φράγκους το 1204 μ.Χ. η πόλη περιήλθε στον Γάλλο κόμη της Φλάνδρας Βαλδουΐνο. Το 1361 μ.Χ. η πόλη πέρασε στα χέρια των Οθωμανών. Η πόλη αριθμεί σήμερα γύρω στις 200.000 κατοίκους.
Αδριανουπόλεως μητρόπολη: Η Μητρόπολη Αδριανουπόλεως μαρτυρείται ήδη από τον 4ο αιώνα μ.Χ. Ο πρώτος γνωστός Επίσκοπος είναι ο Ευτρόπιος, ο οποίος αγωνίστηκε εναντίον της αίρεσης του Αρειανισμού όπως και ο διάδοχός του Λούκιος. Ο διάδοχος του Λουκίου Φίλιππος μαρτύρησε κατά τους διωγμούς του Ιουλιανού το 362 μ.Χ. Κατά τον 5ο αιώνα η Μητρόπολη Αδριανουπόλεως κατέχει την 27η θέση μεταξύ των Μητροπόλεων της Εκκλησίας Κωνσταντινουπόλεως, τον 7ο αιώνα την 31η θέση με 5 υποκείμενες Επισκοπές. Στα τέλη του 8ου αιώνα η Μητρόπολη Αδριανουπόλεως υποβιβάζεται στην 35η θέση, οι Επισκοπές της όμως διπλασιάζονται. Τον 9ο αιώνα θα βρεθεί και πάλι στην 31η θέση ενώ τον 10ο αιώνα θα υποβιβαστεί στην 40η. Τον 14ο αιώνα προβιβάζεται στην 12η θέση χάνει όμως τις Επισκοπές της εκτός από μία την Αγαθουπόλεως. Τον 18ο αιώνα η Επισκοπή Αγαθουπόλεως προάγεται σε Αρχιεπισκοπή και έκτοτε η Μητρόπολη Αδριανουπόλεως παραμένει χωρίς Επισκοπές.
Έδρα της Μητροπόλεως είναι η ομώνυμη πόλη. Η Μητρόπολη περιελάμβανε στα τέλη του 19ου αιώνα τις εξής περιφέρειες: Αδριανουπόλεως, Χάφσας, Μουσταφά Πασά, Σαράντα Εκκλησιών, Λουλέ Βουργάζ (Αρκαδιουπόλεως), Βαβά Εσκί καθώς και χωριά της περιοχής Βιζύης. Τον Μάιο του 1906 ιδρύθηκε η Μητρόπολη Σαράντα Εκκλησιών, η οποία αποσπάστηκε από τη Μητρόπολη Αδριανουπόλεως. Η νέα Μητρόπολη περιέλαβε την πόλη των Σαράντα Εκκλησιών και τα χωριά Σκόπελο, Πέτρα, Σκοπό, Ευχάρυο ή Ευκάρπιο, Κουρούδερε, Κουγιούντερε, Κουγιούν Κιαβούρ (από τον Καζά Σαράντα Εκκλησιών), Σκεπαστό, Βουνάρ-Χισάρ, Γέννα ή Ιέννα και Γιανδζηκλάρ (του Καζά Βιζύης).
Μετά την αναταλλαγή των πληθυσμών το 1924 πολλά χωριά της Μητροπόλεως Αδριανουπόλεως περιήλθαν στην Ελλάδα και ενσωματώθηκαν αρχικώς στην προσωποπαγή Μητρόπολη Νέας Ορεστιάδος και αργότερα στη Μητρόπολη Διδυμοτείχου. Από τον καζά Oρτάκιοϊ τα χωριά Kαράμπαα (Πετρωτά), Γιαϊλατζήκ (Γιαλιά), Mπάρα ή Γκιολτζίκ (Mπάρα), Mπεκτασλί (Mηλιά), Σαρή- Γιαρ (Θεραπειό), Kουμαρλί (Kόμαρα), Mπες τεπέ (Πεντάλοφος), και από τον καζά Aδριανουπόλεως, Pίζια, Mαράσια και Tσορέκ- κιοϊ (Kαστανιές). Επίσης τρία εξαρχικά (στις αρχές του αιώνα μας, και τα τρία στον παλαιό καζά Oρτάκιοϊ): Tσιρμέν (Oρμένιον), Kαραάτς- Tσιρμέν (Φτελιά) και Kαδίκιοϊ (Δίκαια), καθώς και το μικτό - κατά την ίδια εποχή- (πατριαρχικό και εξαρχικό, πάντα στον παλαιό καζά Oρτάκιοϊ) χωριό Iσπιτλί (Σπήλαιον).
Τέλος τμήμα της Μητροπόλεως Αδριανουπόλεως περιήλθε στη Μητρόπολη Στάρας Ζαγόρας του Πατριαρχείου Βουλγαρίας (περιοχή Γέφυρας Μουσταφά Πασά, σημερινό Σβίλενγκραντ).
Ηράκλεια: (τουρκ. Marmara Ereğlisi). Πόλη της Ανατολικής Θράκης στα παράλια της Προποντίδας. Η πόλη ιδρύθηκε το 599 π.Χ. από αποίκους της Σάμου. Η αρχαία ονομασία της πόλης ήταν Πέρινθος. Ονομάστηκε Ηράκλεια κατά τον 4ο π.Χ. αιώνα προς τιμήν του Ηρακλή. Η θέση της είναι σημαντική λόγω του λιμανιού της. Στον Συνέκδημο του Ιεροκλέους (6ος αι. μ.Χ.) αναφέρεται 2η μεταξύ των 14 πόλεων της Επαρχίας Θράκης Ευρώπης ενώ την πρώτη θέση κατέχει η Ευδοξιούπολις (Σηλύβρια). Σήμερα η πόλη είναι τουριστικό θέρετρο, πρωτεύουσα της ομώνυμης Επαρχίας και έχει πληθυσμό περίπου 12.000 κατοίκους.
Ραιδεστός: (τουρκ. Tekirdag). Πόλη της Ανατολικής Θράκης στα παράλια της Προποντίδας. Ιδρύθηκε τον 7ο π.Χ. αιώνα με το όνομα Βισάνθη και μετωνομάστηκε σε Ραιδεστό τον 1ο π.Χ. αιώνα. Υπήρξε ένα από τα σημαντικότερα αστικά κέντρα του Βυζαντίου λόγω του λιμανιού της, το οποίο εξυπηρετούσε όλη την περιοχή της Ανατολικής Θράκης. Από το 1204 μέχρι το 1235 μ.Χ. η πόλη βρέθηκε στην εξουσία των Βενετών. Σήμερα η πόλη είναι πρωτεύουσα ομώνυμης Επαρχίας και Νομού και έχει πληθυσμό περίπου 140.000 κατοίκους.
Ηρακλείας μητρόπολη: Σύμφωνα με την παράδοση ο χριστιανισμός διαδόθηκε στην Ηράκλεια και την περιοχή του Βυζαντίου από τον Απόστολο Ανδρέα. Ανεξαρτήτως από το αν αληθεύει η παράδοση αυτή ο χριστιανισμός διαδόθηκε νωρίτατα στην περιοχή καθώς εκεί μαρτύρησε το 177 μ.Χ. η αγία Γλυκερία. Η Επισκοπή Ηρακλείας προήχθη σε Μητρόπολη γύρω στο 300. Μέχρι την ίδρυση της Κωνσταντινουπόλεως από τον Μέγα Κωνσταντίνο και την ανάδειξή της σε πρωτεύουσα της αυτοκρατορίας υπάγονταν στη Μητρόπολη Ηρακλείας και ο Επίσκοπος Βυζαντίου. Για το λόγο αυτό ο Μητροπολίτης Ηρακλείας χειροτονούσε και τον εκάστοτε Οικουμενικό Πατριάρχη και του ενεχείριζε την ποιμαντορική ράβδο. Στα τακτικά η Μητρόπολη Ηρακλείας κατέχει σταθερά την τρίτη θέση εκτός μιας περιπτώσεως. Συγκεκριμένα στο Τακτικό του Λέοντος Ισαύρου (τέλη Η΄ αιώνος) κατέχει την τέταρτη θέση διότι την τρίτη θέση κατέχει ο Κύπρου.
Υπό τον Μητροπολίτη Ηρακλείας τελούσαν διάφορες Επισκοπές όπως φαίνεται στα διάφορα Τακτικά. Από αυτές άλλες καταργήθηκαν και συγχωνεύθηκαν με τη Μητρόπολη Ηρακλείας (όπως π.χ. η Χαριουπόλεως) και άλλες ανυψώθηκαν σε Μητροπόλεις (Καλλιουπόλεως-1901, Μυριοφύτου-1909, Γάνου-14ος αι., Μετρών-1909, Τυρολόης-1907). Το 1702 ενώθηκε με τη Μητρόπολη Ηρακλείας η Αρχιεπισκοπή Ραιδεστού. Τότε η έδρα του Μητροπολίτη μεταφέρθηκε από την Ηράκλεια στη Ραιδεστό.
Στα τέλη του 19ου αιώνα η Μητρόπολη Ηρακλείας περιλάμβανε τους κατωτέρω οικισμούς:
α) Ηράκλεια (σημερινό Marmara Ereğlisi)
β) Σουλτάνκιοϊ (Sultanköy), από τη σημερινή Επαρχία Marmara Ereğlisi (Ηρακλείας)
γ) Τσανδώ ή Τσάνδα ή Τζετώ (σημερινή Çanta)
δ) Τσιλτίκι (Çeltik)
ε) Καλαβρί, από τη σημερινή Επαρχίας Silivri (Σηλυβρίας)
στ) Ραιδεστός (σημερινό Tekirdag)
ζ) Κιοσελέζ (σημερινό Köseilyas)
η) Ναΐπ Κιοΐ (Naipköy)
θ) Πάνιδον (σημερινό Barbaros)
ι) Κούμβαον (Kumbağ)
ια) Σχολάρι (σημερινό Işıklar)
ιβ) Σιμιτλή (Semetli)
ιγ) Τσανακτσή ή Κεραμεικό (Canakci)
ιδ) Σιλτζή Κιοΐ (σημερινό Selçuk), από τη σημερινή Επαρχία Tekirdag (Ραιδεστού)
ιε) Κεσάνη (Kesan)
ιστ) Μαύρος ή Μαύρες (σημερινό Bahçeköy)
ιζ) Κατή Κιοΐ (Kadıköy)
ιη) Γραμπούνα (σημερινή Çamlıca)
ιθ) Μαχμούτ Κιοΐ (Mahmutköy)
κ) Σιγλί (Siğilli)
κα) Βαρνίτσα (σημερινό Pırnar)
κβ) Τσιλτίκι (Çeltik)
κγ) Φακιρμά (σημερινή Suluca)
κδ) Καράτεπε (σημερινό Yesilköy)
κε) Καρλί Κιοΐ (σημερινό Karlı)
κστ) Κουρούτσεσμες
κζ) Μεγαρήσι (σημερινό Gökçetepe)
κη) Σαζλί-Δερέ (Sazlıdere)
κθ) Μπεγεντήκι (Beğendik)
λ) Μπασαΐτ (Paşayiğit)
λα) Μουζαλί (σημερινό Çobançeşmesi)
λβ) Μάλτεπε (Maltepe)
λγ) Τογαντζή (σημερινό Küçükdoğanca)
λδ) Καρυαί (σημερινό Kozköy)
λε) Αλτίν Τας (Altıntaş)
λστ) Καρατζά Χαλέ (Karacaali)
λζ) Λαλά Κιοΐ (σημερινό Lalacık) από τη σημερινή Επαρχία Kesan (Κεσάνης)
λη) Βαϊραμίτσι (Bayramiç)
λθ) Εξαμήλιον (σημερινό Kavakköy) από τη σημερινή Επαρχία Gelibolu (Καλλιουπόλεως)
μ) Χατζηγύρι (Hacı)
μα) Παζάρ Δερέ (Pazardere)
μβ) Κουρουστή ή Κουρουτσή Κιοΐ (σημερινό Korucu)
μγ) Χιτίρ Κιοΐ (Hıdırköy)
μδ) Σουλτάν Κιοΐ Κυψέλων (Sultan)
με) Ιμπρίκ Τεπέ (İbriktepe) από τη σημερινή Επαρχία Ipsala (Κυψέλων)
μστ) Μάλγαρα (Malkara)
μζ) Καλύβια (σημερινό Gönence)
μη) Αλμαλί (Elmalı)
μθ) Τεπέ-Κιοΐ (σημερινό Teteköy)
ν) Χας Κιοΐ (Hasköy)
να) Ντουλού Κιοΐ (Dolu)
νβ) Νταούτελεν (σημερινό Davuteli)
νγ) Ασά Κιοΐ (σημερινό Ahmetpaşa)
νδ) Κιουρτλή (σημερινό Kürtüllü)
νε) Θυμήτ Κιοΐ (σημερινό Hemit)
νστ) Τεπερί Κιοΐ (σημερινό Bayramtepe)
νζ) Καρατζά Χαλήλ (Karacahalil)
νη) Ιλανλή (Yılanlı)
νθ) Δεβετζή Κιοΐ (Deveci)
ξ) Κιουσούς Κιοΐ (Gözsüz)
ξα) Μαστανάρ (σημερινό Mestanlar)
ξβ) Τογάν Κιοΐ (Doğanköy)
ξγ) Σαχίν Κιοΐ (Şahin)
ξδ) Ακιντσιλή (σημερινό Sarnıçköy) από τη σημερινή Επαρχία Malkara (Μαλγάρων)
ξε) Μακρά Γέφυρα (Uzunköprü)
ξστ) Χαραλά Κιουνί (σημερινό Türkobası)
ξζ) Καβατζίκι (Kavacık)
ξη) Κιρ Κιοΐ (Kırköy)
ξθ) Καρα Πουρνάρ (Karapınar)
ο) Κατή Κιοΐ (Kadıköy)
οα) Κατηχαλά (σημερινό Kadıağılı)
οβ) Μαλκότση (Malkoçköy)
ογ) Δερβινάκι (σημερινό Karabürçek) από τη σημερινή Επαρχία Uzunköprü (Μακράς Γεφύρας)
οδ) Χαριούπολις (Hayrabolu)
οε) Σουπός ή Σουμπάς Κιοΐ (σημερινό Subaşı)
οστ) Φαρασλή (σημερινό Ataköy)
οζ) Κιστρίτσα ή Καστρίτσα (σημερινό Aydınlar)
οη) Χας Κιοΐ (Hasköy)
οθ) Τατάρ Κιοΐ (σημερινό Tatarlı)
π) Ντουραπέτσι (σημερινό Kutlugün) από τη σημερινή Επαρχία Hayrabolu (Χαριουπόλεως).
Σήμερα πρέπει να θεωρήσουμε ότι ανήκουν στη Μητρόπολη Ηρακλείας και εδάφη τα οποία προ της ανταλλαγής των πληθυσμών μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας ανήκαν στη Μητρόπολη Διδυμοτείχου.
Χάρτης της Μητρόπολης Ηρακλείας και Ραιδεστού [εδώ]
Μέτρες: (τουρκ. Çatalca, κάτ. 35.000). Μεσόγεια πόλη της Ανατολικής Θράκης, 65 χιλιόμετρα δυτικά της Κωνσταντινουπόλεως. Το αρχαίο όνομα της πόλης ήταν Εργίσκη και ιδρυτής της ήταν, σύμφωνα με τη μυθολογία, ο Έργισκος γιος του Ποσειδώνα. Το όνομα Μέτρες το πήρε η πόλη από κάποιον Βυζαντινό στρατηγό ονόματι Μέτρωνα, ο οποίος σκοτώθηκε υπερασπιζόμενος την πόλη. Το 1371 η πόλη καταλήφθηκε από τους Οθωμανούς. Το 1863 στις Μέτρες ζούσαν 111 ελληνικές οικογένειες, ενώ δέκα χρόνια αργότερα υπήρχαν 165 ελληνικές οικογένειες, το 1886 246 ελληνικές οικογένειες και το 1892 ο αριθμός τους αυξήθηκε σε 300. Ο αντίστοιχος αριθμός των οθωμανικών οικογενειών ανέρχεται την περίοδο αυτή σε 500. Μετά την ανταλλαγή των πληθυσμών οι κάτοικοι των Μετρών εγκαταστάθηκαν στο χωριό Γέφυρα της Θεσσαλονίκης.
Άθυρα: (τουρκ. Büyükçekmece). Πόλη της Ανατολικής Θράκης στα παράλια της Προποντίδας δυτικά της Κωνσταντινουπόλεως. Το ίδιο όνομα (Άθυρα) φέρει και ο παραπλήσιος ποταμός. Πριν την ανταλλαγή των πληθυσμών στα Άθυρα ζούσαν 650 Έλληνες κάτοικοι, οι οποίοι εγκαταστάθηκαν στα Νέα Άθυρα του Νομού Πέλλης.
Μετρών και Αθύρων μητρόπολη: Δύο ξεχωριστές Επισκοπές υπό τη Μητρόπολη Ηρακλείας αποτελούσαν κατά τους Βυζαντινούς χρόνους τη μετέπειτα Μητρόπολη Μετρών και Αθύρων. Η Επισκοπή Μετρών 6η και αργότερα 14η μεταξύ των Επισκοπών της Μητροπόλεως Ηρακλείας και η Επισκοπή Αθύρων ή Άθυρα 16η και τελευταία μεταξύ των Επισκοπών της Μητροπόλεως αυτής. Από τις δύο Επισκοπές η Μετρών είναι αρχαιότερη ενώ η Αθύρων κάνει την εμφάνισή της κατά τα τέλη του 12ου αιώνα. Μετά την άλωση της Κωνσταντινουπόλεως οι Επισκοπές εκλείπουν. Κατά την Οθωμανική περίοδο απαντούν ενωμένες ως μία Επισκοπή Μετρών και Αθύρων υπό τη Μητρόπολη Ηρακλείας. Τον Οκτώβριο του 1909 η Επισκοπή Μετρών και Αθύρων προήχθη σε Μητρόπολη.
Στις αρχές του 20ου αιώνα η Μητρόπολη Μετρών και Αθύρων περιλάμβανε τους κατωτέρω οικισμούς:
α) Μέτρες (Çatalca)
β) Πετροχώρι (Çakıl)
γ) Νεοχώρι (σημερινό Ovayenice)
δ) Ελβασάν (Elbasan) από τη σημερινή Επαρχία Çatalca (Μετρών)
ε) Άθυρα (Büyükçekmece)
στ) Λαγοθήρες (σημερινό Türkoba)
ζ) Πλάγια (σημερινό Tepecik)
η) Δημοκράτεια ή Δημοκράνεια (σημερινό Güzelce)
θ) Γαρδάς (σημερινό Kavakli)
ι) Αρσού (σημερινό Gürpinar)
ια) Καλλικράτεια (σημερινό Mimarsinan)
ιβ) Φανοσάκρες (σημερινό Ahmediye)
ιγ) Πετρομανδρί από τη σημερινή Επαρχία Büyükçekmece (Αθύρων).
Ο χάρτης της Μητρόπολης [εδώ].
Καλλιούπολη ή Καλλίπολη: (τουρκ. Gelibolu). Πόλη της Ανατολικής Θράκης στην ομώνυμη χερσόνησο, στην είσοδο της Προποντίδας. Πιθανότητα ιδρύθηκε από το αρχαίο Θρακικό φύλο των Λολόγκων, οι οποίοι την αποκαλούσαν Κριθωτή. Αργότερα η πόλη ονομάστηκε Καλλίπολη μάλλον από τον Αθηναίο διοικητή της πόλης Καλλία. Η Καλλίπολη ήταν από τις σημαντικότερες πόλεις της Αθηναϊκής συμμαχίας. Ο Περικλής μάλιστα έστειλε στην πόλη 1.000 αποίκους, για να ενδυναμώσει τους δεσμούς με την Αθήνα. Ωστόσο η πόλη δεν άργησε να περιέλθει στην εξουσία του Φιλίππου της Μακεδονίας. Κατά τους Βυζαντινούς χρόνους η πόλη οχυρώθηκε από τον Ιουστινιανό και χάρη στα τείχη της κατάφερε να αποκρούσει επίθεση των Ούννων το 559. Το 717 η πόλη καταλήφθηκε από τους Άραβες και το 1204 δόθηκε στους Βενετούς. Ο αυτοκράτορας Ιωάννης Γ΄ ο Βατάτζης ανέκτησε την Καλλίπολη το 1236. Το 1305 την κατέλαβαν οι Καταλανοί, οι οποίοι κατέσφαξαν τον πληθυσμό της. Τέλος το 1354 η πόλη περιήλθε στους Οθωμανούς. Η πόλη σήμερα είναι πρωτεύουσα της ομώνυμης Επαρχίας στο Νομό Çanakkale (Δαρδανελλίων) και o πληθυσμός της ανέρχεται περίπου στις 18.000 κατοίκους.
Μάδυτος: (τουρκ. Eceabat). Πόλη της Ανατολικής Θράκης στη χερσόνησο της Καλλίπολης, στις ακτές του Ελλησπόντου. Αποτελούσε σημαντικό λιμάνι κατά την αρχαιότητα. Ο αρχαίος γεωγράφος Σκύμνος αναφέρει ότι ήταν αποικία νησιωτών από τη Λέσβο ενώ ο Πτολεμαίος υποστηρίζει ότι οι πρώτοι κάτοικοί της ήταν Αθηναίοι. Το 480 π.Χ. καταλήφθηκε από τους Πέρσες ενώ το 465 π.Χ. προσαρτήθηκε στην Αθηναϊκή Συμμαχία. Στη συνέχεια η πόλη πέρασε στα χέρια των Μακεδόνων και κατόπιν των Ρωμαίων και των Βυζαντινών. Το 1313 μ.Χ. περνάει στα χέρια των Οθωμανών, το 1416 ξαναπερνάει στα χέρια των Βυζαντινών και το 1434 οριστικά στους Οθωμανούς. Το 1892 ζούσαν στη Μάδυτο 1.200 οικογένειες όλες ελληνικές. Το 1915 η πόλη έχει πληθυσμό 11.500 κατοίκους όλους Έλληνες. Σήμερα η πόλη αριθμεί περίπου 10.000 κατοίκους.
Καλλιουπόλεως και Μαδύτου μητρόπολη: Η Καλλίπολη ήταν έδρα Επισκοπής ήδη κατά τον 4ο αιώνα. Ήταν υποκειμένη στη Μητρόπολη Ηρακλείας και κατείχε αρχικά τη 2η και αργότερα την 5η θέση μεταξύ των Επισκοπών της Μητροπόλεως αυτής. Από τον Ανδρόνικο τον Γ΄ τον Παλαιολόγο (1328-1341) προήχθη σε Μητρόπολη και κατέλαβε την 106η θέση μεταξύ των Μητροπόλεων του Οικουμενικού Πατριαρχείου. Κατά την Οθωμανική περίοδο υποβιβάσθηκε και πάλι σε Επισκοπή υπό τον Μητροπολίτη Ηρακλείας.
Η Μάδυτος αναδείχθηκε σε Επισκοπή κατά τον 10ο αιώνα. Κατείχε την 9η θέση μεταξύ των υποκειμένων στη Μητρόπολη Ηρακλείας Επισκοπών. Προήχθη σχετικά γρήγορα σε Μητρόπολη και κατείχε την 68η θέση μεταξύ των Μητροπόλεων του Οικουμενικού Πατριαρχείου. Στη συνέχεια υποβιβάστηκε στην 80η και κατόπιν προήχθη στην 67η θέση. Κατά την Οθωμανική περίοδο η Επισκοπή Μαδύτου συνενώθηκε με την Επισκοπή Καλλιουπόλεως και απετέλεσαν μία Επισκοπή υποκειμένη στη Μητρόπολη Ηρακλείας. Τον Δεκέμβριο του 1901 η Επισκοπή Καλλιουπόλεως και Μαδύτου προήχθη σε Μητρόπολη.
Στις αρχές του 20ου αιώνα η Μητρόπολη Καλλιουπόλεως περιλάμβανε τους κατωτέρω οικισμούς:
α) Καλλίπολη (Gelibolu)
β) Καβακλί (Kavaklı)
γ) Πλαγιάρι (σημερινό Bolayır)
δ) Νεοχώρι (Yeniköy)
ε) Αγγελοχώρι (σημερινό Fındıklı)
στ) Περγάζιο (σημερινό Değirmendüzü)
ζ) Ταϊφίριο (Tayfurköy)
η) Μπαΐρι (Bayırköy)
θ) Γαλατάς (σημερινό Sütlüce) από τη σημερινή Επαρχία Gelibolu (Καλλιουπόλεως)
ι) Μάδυτος (σημερινό Eceabat)
ια) Κριθιά (σημερινό Alçıtepe) από τη σημερινή Επαρχία Eceabat (Μαδύτου).
Ο Χάρτης της Μητρόπολης [εδώ].
Μυριόφυτο: (τουρκ. Mürefte). Πολίχνη της Ανατολικής Θράκης στα παράλια της Προποντίδας. Αποικίστηκε από τους αρχαίοιυς Έλληνες τον 7ο π.Χ. αιώνα. Ο σημερινός οικισμός είναι πιθανότατα κτισμένος στα ερείπια της αρχαίας Μυρτήνου. Στις πηγές αναφέρεται για πρώτη φορά το 1063 μ.Χ. οπότε καταστράφηκε από ισχυρό σεισμό. Ο ελληνικός πληθυσμός πριν την ανταλλαγή ξεπερνούσε τις 4.000. Σήμερα ο πληθυσμός του Μυριοφύτου ανέρχεται περίπου στις 3.000 κατοίκους.
Περίσταση: (τουρκ. Şarköy). Πόλη της Ανατολικής Θράκης στα παράλια της Προποντίδας. Πρόκειται για την αρχαία πόλη των Σαμίων Τυρίστασις ή Τιρίστασις ή Τυρόδιζα. Οι Έλληνες κάτοικοι της Περίστασης πριν την ανταλλαγή ανέρχονταν στις 3.000 περίπου. Σήμερα η πόλη είναι έδρα Επαρχίας στο Νομό Ραιδεστού και αριθμεί περίπου 15.000 κατοίκους.
Μυριοφύτου και Περιστάσεως μητρόπολη: Εκκλησιαστικώς η περιοχή ανήκε στη Μητρόπολη Ηρακλείας. Για πρώτη φορά αναφέρεται η Επισκοπή Περιστάσεως κατά τον 11ο με 12ο μ.Χ. αιώνες, υποκειμένη στη Μητρόπολη Ηρακλείας. Κατείχε την 5η και έπειτα την 15η θέση μεταξύ των Επισκοπών της Μητροπόλεως Ηρακλείας. Στη συνέχεια όμως (πιθανόν τον 15ο αιώνα) η Επισκοπή Περιστάσεως εξέλιπε. Κατά την Οθωμανική περίοδο οι δύο πόλεις συνενώθηκαν σε μία Επισκοπή υποκειμένη στη Μητρόπολη Ηρακλείας. Αρχικώς έφερε τον τίτλο "Περιστάσεως και Μυριοφύτου" και αργότερα από τον 18ο αιώνα και εξής "Μυριοφύτου και Περιστάσεως". Τον Ιανουάριο του 1909 η Επισκοπή Μυριοφύτου και Περιστάσεως ανυψώθηκε σε Μητρόπολη. Έδρα το Μυριόφυτο.
Στις αρχές του 20ου αιώνα η Μητρόπολη Μυριοφύτου και Περιστάσεως περιλάμβανε τους κατωτέρω οικισμούς:
α) Μυριόφυτο (Mürefte)
β) Περίσταση (σημερινό Şarköy)
γ) Ηρακλείτσα (Eriklice)
δ) Πλάτανος (σημερινό Çınarlı)
ε) Στέρνα ή Στέρνη (σημερινό Tepeköy)
στ) Καλαμίτσι (σημερινό Yukarıkalamış)
ζ) Λούπουδα ή Λούπιδα (σημερινό İğdebağları)
η) Γιολτζίκ ή Γιολτζίκι ή Λιμνίσκη (σημερινό Gölcük)
θ) Νεοχώρι (Yeniköy)
ι) Γιαγάτς ή Καλόδενδρο (Yayaağaç) από τη σημερινή Επαρχία Şarköy (Περιστάσεως).
Ο χάρτης της Μητρόπολης [εδώ]
ΜΗΤΡΟΠΟΛΗ ΛΙΤΙΤΣΗΣ
Λίτιτσα, ήταν η έδρα της Μητρόπολης, μέχρι της μετάθεσής της στο Ορτάκιοϊ. Αυτή απέχει 1/4 της ώρας του Ορτάκιοϊ, ΝΔ της Αδριανούπολης και σε απόσταση περίπου 40 χλμ. Ιστορικά δεν φαίνεται να έχει διαδραματίσει σημαντικό ρόλο. Ίσως, λόγω της γεωγραφικής θέσης της, μακριά από συγκοινωνιακούς κόμβους, παρείχε μεγαλύτερη ασφάλεια την εποχή των Βουλγαρικών και άλλων επιδρομών υπήρξε επισκοπική έδρα και μετά το θάνατο του Ανδρονίκου του Παλαιολόγου προήχθη σε Μητρόπολη.
Περί το 1550, αποκαλούνταν "Αρβανιτοχώρι¨. Ο λόγος ήταν ότι επιλέχηκε μαζί με το Ορτάκιοϊ ως τόπος εγκατάστασης από τους Ηπειρώτες τεχνίτες, οι οποίοι εργάστηκαν στην ανέγερση του τεμένους του Σουλτάνου Σελίμ. Οι Ηπειρώτες τεχνίτες χαρακτηρίζονταν τότε ως αρβανίτες. Το 1790, καταστράφηκε από τους Κίρτζαλήδες και οι κάτοικοί της διασκορπίστηκαν. Ξαναχτίστηκε από την αρχή και μέχρι τους Βαλκανικούς Πολέμους ήταν μια ανθούσα περιοχή. Με τη Συνθήκη του Βουκουρεστίου δόθηκε στους Βουλγάρους κι έτσι οι Έλληνες κάτοικοί της ήρθαν ως πρόσφυγες στην Ελλάδα.
Μητρόπολη Λιτίτσης. Εκκλησιαστικώς εμφανίζεται για πρώτη φορά ως έδρα Επισκοπής επί Λέοντος Σοφού (886-912), υπό τον Επίσκοπον Φιλιππουπόλεως, έχοντας δέκα Επισκοπές: α') Αγαθονικείας, β')Λιοτίτζης, γ') Σκουταρίου, δ') Λεύκης, ε') Βλέπτου, στ') Δραμίτσης, ζ') Ιωαννίτζων, η') Κωνσταντείας, θ΄) Βελικείας, ι') Βουκούβων.
Από το 1350 και μετά τίθεται σε αφάνεια, λόγω και των επιδρομών Τούρκων και Βουλγάρων. Το 1550 εμφανίζεται υπό Εξαρχίαν μέχρι το 1652, οπότε δια Πατριαρχικού και Συνοδικού Τόμου ευρίσκεται ως Αρχιεπισκοπήν Λιτίτζης "κατακεχωσμένην, εναφανή και αγνοουμένην παρά πολλών, άτε ερήμην ούσαν ανθρώπων, επί Ιωαννικείου του Β' απεκαταστάθη και αύθις εις την Αρχιεπισκοπικήν αυτής τιμήν και καθέδραν. Το 1715 εις το "εν τω Συνταγματίω Χρυσάνθου Ιεροσολύμων", ο Αρχιεπίσκοπος Λιτίτζης, ο μοναδικός στην Θράκη, κατέχει την 62η θέση.
Το 1855 αναβαθμίστηκε σε Μητρόπολη, επί Κυρίλλου του ΣΤ', κατέχοντας την 66η θέση. Στο μεταξύ, επειδή η Λιτίτζα, καταπατήθηκε από τους Κίρτζαλήδες, (1790) η έδρα μεταφέρθηκε στο Ορτάκιοϊ κι εκεί παρέμεινε μέχρι της φυγής των Ελλήνων (1914-1922).
Κατά το 1875, στη Μητρόπολη Λιτίτζης υπάγονταν τα εξής χωριά: Ορτάκιοϊ, Λίτιτσα, Πλαβού, Ακαλάνιον, Τσεκερδικλή, Παλικράβα, Λιμπαβού, Κετενλή, Καράτεπε, Αηδονοχώρι, Σαρή Χαδίρ, Μεγάλο Δογαντζή, Μικρό Δογαντζή, Καμπαΐκι, Τσαούσι, Αλεποχώρι, Κόζλουτζια, Ουρούμκιοϊ και τα Βουλγαρόφωνα: Αρναούτκιοϊ, Ντουτλή, Αβρέμι, Φούφλα, Δραβίσινα, Προυκουβιάνη, Μπρίουρεν, Γιουλούκι, Παπάσκιοϊ, Γενί-μαχαλέ.
ΟΙ ΠΡΟΣΦΥΓΕΣ ΑΠΟ ΤΗ ΒΟΡΕΙΑ ΘΡΑΚΗ [ΒΟΥΛΓΑΡΙΑ].
Ένας σημαντικό αριθμός Ελλήνων προσφύγων ήρθαν στον τόπο μας από τη Βόρεια Θράκη (σημερινή Βουλγαρία). Οι Σαρακατσάνοι της Νέας Σάντας ήρθαν από τη Βουλγαρία. Πολλοί πρόσφυγες που ήρθαν στη Διώνη ξεκίνησαν από το Μιχαλίτσι, στη Στρύμη από τον Άγιο Βλάσιο, στην Κρωβύλη από το Δογάνοβο. Για να έχουμε μια εικόνα από τα ιστορικά γεγονότα της εποχής εκείνης σημειώνω τα εξής:
Το 1878, ο ρωσικός στρατός νικώντας τους Τούρκους, δίνει στη Ρωσία τὸ δικαίωμα να θέσει τους όρους της στην ηττημένη οθωμανική αυτοκρατορία. Τότε, με την έπαρση του νικητή, στον Άγιο Στέφανο -προάστιο της Κωνσταντινούπολης- η Ρωσία επιβάλλει τη δημιουργία της μεγάλης Βουλγαρίας. Η συνθήκη του Βερολίνου όμως που ακολούθησε στη συνέχεια και αντικατόπτριζε τη διαφωνία των ευρωπαϊκών δυνάμεων στους όρους της Συνθήκης του Αγίου Στεφάνου, ακυρώνει την προϋπάρχουσα συνθήκη, επιβάλλει τη δημιουργία ενός μικρότερου, πριγκιπάτου της Βουλγαρίας, ενώ η Ανατολική Ρωμυλία επιστρέφει στην Οθωμανική «αγκαλιά», έχοντας ως πρωτεύουσα τη Φιλιππούπολη.
Φυσικά, η Ανατολική Ρωμυλία δεν είχε
μεγάλη διάρκεια ζωής, καθώς μετά από λίγα χρόνια, ο βουλγαρικός στρατός
εισβάλλει, καταλύει την ηγεμονία και ιδρύει το κράτος της Νότιας Βουλγαρίας, το οποίο ύστερα από λίγο ενσωματώνεται στη Βουλγαρία.
Επακόλουθα των ενεργειών αυτών, είναι η ένταση των δυσκολιών και οι διωγμοί των Ελλήνων της περιοχής. Πογκρόμ κατά του ελληνικού στοιχείου εξαπολύονται, κατά τις περιόδους που οι ελληνοβουλγαρικές σχέσεις
βρίσκονται σε ένταση.
Το 1925, οι Έλληνες, καλούνται να υπογράψουν μία ομολογία ότι είναι Βούλγαροι, αποδεχόμενοι την βουλγαροποίηση του ονόματός τους και το κλείσιμο των ελληνικών σχολείων και εκκλησιών. 'Οσοι δέχθηκαν, πρόσθεσαν στο επώνυμό τους την κατάληξη –ωφ.
Όσοι δεν δέχθηκαν να υπογράψουν, με μία βαλίτσα σε κάθε χέρι, αναχωρούσαν αμέσως για την ελεύθερη Ἑλλάδα. Ὅσοι έμειναν στις εστίες τους, άρχισαν τη δύσκολη πορεία της διατηρήσεως της ελληνικής ψυχής τους.